Πέμπτη 4 Οκτωβρίου 2012


 ΜΙΑ ΕΠΟΧΗ ΣΤΗ ΚΟΛΑΣΗ

 

Δεν βρίσκεις καφενείο ανοιχτό,

στης Κόλασης τα παγερά λιμάνια

και μοναχά των φάρων οι αναλαμπές,

σε βγάνουν απ΄ αιώνων νεκροφάνεια.

 

Κυλάς στη κατηφόρα κατηφής,

γυρεύοντας μια θλίψη ν΄ανασάνεις

απ΄το καιρό της νιότης. Σε ξερό κλαρί

κουρνιάζει. Χέρια απλώνεις… Δεν τη φτάνεις.

 

Στο διάβα σου στερεύουν οι πηγές

κι ακολουθάν σε στράτευμα αρουραίοι.

Στου Στόνου το γιοφύρι κοντοστέκεσαι,

αναστολή να λάβεις απ΄τα Χρέη.

 

Θε να ρθει όμως στιγμή κι ένας καιρός,

να σε δεχτούν ολόφωτα τα Ωδεία,

με τα ξεκουρδισμένα κλειδοκύμβαλα,

να σου λαφρώνουν κάπως τη Κηδεία.

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου