Τρίτη 30 Ιουλίου 2024

 Η κηδεία

Ήταν οι φίλοι λιγοστοί τριγύρω απο το ξόδι,

του Γιούλη απομεσήμερο μες στη θολή αντηλιά,

μα κάποιος που τα σώψυχα τα είχε δαιδαλώδη,

μυριάδες είδε δίπλα του νομάτους σα θηλιά.


Ξεχώρισε Σεβαστιανό, Ριχάρδο, τον Γουσταύο,

σιόρ Τζάκομο ν΄αχολογά θλιμμένα "La Boeme",

τον Αμαντέους να θρηνεί:  "Για σένα Ρέκβιεμ ράβω,

αγγέλοι να στο κρένουνε μαζί με τεριρέμ".


Ήταν οι φίλοι λιγοστοί κι ο Θέμης μαργωμένος,

μα χώμα πριν του ρίξουνε και μια σταλιά κρασί,

στο φέρετρο ανακάθησε σε όνειρο δοσμένος,

και μίλησε στα φάσματα στη γλώσσα τους φαρσί:


"Χρόνους αντάμα  ζήσαμε μα ήγγικεν η ώρα,

να χωριστούμε cari miei... Basta η Μουσική!

Στου Παραδείσου τη μονιά, σ΄αυτή την Άγια Χώρα

που πάγω τώρα, του Θεού το Wurlitzer αρκεί"!


Ήταν οι φίλοι λιγοστοί τριγύρω από το ξόδι,

κι εγώ αυτός που έβλεπε περούκες να περνούν,

ρίχνοντας ΄πα στο ξυλικό τριαντάφυλλα χιονώδη,

στιγμή μην παύοντας  τον νιό τον νέκυ να αινούν.








Δευτέρα 1 Ιουλίου 2024

 1827

Για ταγή Αντελικό και Μισολόγγι,

και μιά Έξοδος χαμένη από χέρι.

Γύρω η θάλασσα, το σάπιο καλοκαίρι,

μέσα ο στίχος κι οι μογίλαλοι του οι φθόγγοι.


Πύργοι Τρεις,γολέτες, κήτη γαλαντόμα,

η Ακρόπολη στο βάθος,κάπου πέρα 

δες σπαχήδες μ΄ανασηκωμένη χέρα,

κάρες κόβουν και του Νοταρά το σώμα.


Κι όλο αυτό γιατί γεννήθηκες μαζί μου,

και πορεύτηκες και πας με ως τον τάφο,

μελετώντας στον παλιό σου ταχογράφο,

ποιός ο Ούτις στραβωτής του Πολυφήμου;


Για ταγή Αντελικό και Μισολόγγι,

πλην αξιώθηκα σανίδι και Τζιορτζίνα,

και ορχήστρα τόπους - τόπους καβαλίνα,

και μιας τσόντας του Ογδόντα ψευτοβόγκι.