Σάββατο 19 Οκτωβρίου 2024

 Η Βιτρίνα

Απούλητο του Χάρου το ψωμί,

σε μια βιτρίνα στέκεται στη Βάρη,

χρόνους εξήντα τόσους σαρκοπέτρινο,

και δίπλα του σκαφίδι κι ένα φτυάρι.


Παιδιά μπροστά περνούν,

χαζεύουν, απορούν,

<<πως ξέμεινε;>> ρωτάνε  μ΄ ειρωνεία.

Κι ο Άγγελος βραχνά:

<<Λιοντάρια μου αγνά,

κι εσάς προσμένει κάποιος στη γωνία>>.


Ο Θάνατος το τρώγει το ψωμί,

φορές άλλες ξερό κι άλλες φρεσκούρα.

Να ΄τον που στρίβει κι έρχεται σα θύελλα.

Τα πράγματα για με δείχνουν πια σκούρα.


Σάββατο 5 Οκτωβρίου 2024

 Οι  Νύχτες μου

Οι νύχτες μου σοκάκια θλιβερά,

σε πόλη που ΄χει χρόνους ξεψυχίσει,

και συ σα μιά σκιά σ΄ομίχλη κίτρινη

που κιότεψε κι εβάλθη να λυγίσει.


Χωρίς υπομονή, ελπίδα, νου, φωνή

μονάχος σεργιανώ σ΄αυτή τη πόλη.

Χαράματα σωστά, η τύχη μού χρωστά,

σαράντα πυρετό κι οχτρώνε βόλι.


Οι νύχτες μου σκεπάσματα λερά,

σ΄ενός ξενοδοχείου το κρεββάτι

φθηνού, λες και ψυχή μιας ιερόδουλης

που κοντοστέκει μ΄αετίσιο μάτι.


Χωρίς υπομονή, ελπίδα, νου, φωνή

μονάχος σεργιανώ σ΄αυτή τη πόλη.

Χαράματα σωστά, η τύχη μού χρωστά,

σαράντα πυρετό κι οχτρώνε βόλι.


Σάββατο 21 Σεπτεμβρίου 2024

 ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟΝ ΟΣΤΟΥΝ


Σιμά στην καύκα της γιαγιάς το ράδιο της,

κι ο νεκροθάπτης της μαμάς (τι ματαιότης!!!)

είπε: <<Κυρούλα να το πάρω, ό,τι νάτο,

παίζει ακόμη μια χαρά;>> Του ΄γνεψε: <<Πάρ΄το!>>

Τρίτη 30 Ιουλίου 2024

 Η κηδεία

Ήταν οι φίλοι λιγοστοί τριγύρω απο το ξόδι,

του Γιούλη απομεσήμερο μες στη θολή αντηλιά,

μα κάποιος που τα σώψυχα τα είχε δαιδαλώδη,

μυριάδες είδε δίπλα του νομάτους σα θηλιά.


Ξεχώρισε Σεβαστιανό, Ριχάρδο, τον Γουσταύο,

σιόρ Τζάκομο ν΄αχολογά θλιμμένα "La Boeme",

τον Αμαντέους να θρηνεί:  "Για σένα Ρέκβιεμ ράβω,

αγγέλοι να στο κρένουνε μαζί με τεριρέμ".


Ήταν οι φίλοι λιγοστοί κι ο Θέμης μαργωμένος,

μα χώμα πριν του ρίξουνε και μια σταλιά κρασί,

στο φέρετρο ανακάθησε σε όνειρο δοσμένος,

και μίλησε στα φάσματα στη γλώσσα τους φαρσί:


"Χρόνους αντάμα  ζήσαμε μα ήγγικεν η ώρα,

να χωριστούμε cari miei... Basta η Μουσική!

Στου Παραδείσου τη μονιά, σ΄αυτή την Άγια Χώρα

που πάγω τώρα, του Θεού το Wurlitzer αρκεί"!


Ήταν οι φίλοι λιγοστοί τριγύρω από το ξόδι,

κι εγώ αυτός που έβλεπε περούκες να περνούν,

ρίχνοντας ΄πα στο ξυλικό τριαντάφυλλα χιονώδη,

στιγμή μην παύοντας  τον νιό τον νέκυ να αινούν.








Δευτέρα 1 Ιουλίου 2024

 1827

Για ταγή Αντελικό και Μισολόγγι,

και μιά Έξοδος χαμένη από χέρι.

Γύρω η θάλασσα, το σάπιο καλοκαίρι,

μέσα ο στίχος κι οι μογίλαλοι του οι φθόγγοι.


Πύργοι Τρεις,γολέτες, κήτη γαλαντόμα,

η Ακρόπολη στο βάθος,κάπου πέρα 

δες σπαχήδες μ΄ανασηκωμένη χέρα,

κάρες κόβουν και του Νοταρά το σώμα.


Κι όλο αυτό γιατί γεννήθηκες μαζί μου,

και πορεύτηκες και πας με ως τον τάφο,

μελετώντας στον παλιό σου ταχογράφο,

ποιός ο Ούτις στραβωτής του Πολυφήμου;


Για ταγή Αντελικό και Μισολόγγι,

πλην αξιώθηκα σανίδι και Τζιορτζίνα,

και ορχήστρα τόπους - τόπους καβαλίνα,

και μιας τσόντας του Ογδόντα ψευτοβόγκι. 

Σάββατο 25 Μαΐου 2024

 Μια από τα ίδια

Ίδιες καμπάνες θα  βαρέσουν και για σένα,

ψαλτάδες ίδιοι  θα σου σύρουνε  τον <<Άμωμο>>,

ευχές τις ίδιες θ΄αναπέμψουν στην Παρθένα,

παπάδες που θα σε λογιάζουν γίδι άνομο.


Ίδιο το σκάφανδρο, λελούδια κόπια ίδια,

τεφρά και μαραμένα που θα σε στολίσουνε

κάτι γραφεία τελετών πριν στα τσακίδια,

παλιόφιλοι και συγγενείς να σ΄αποστείλουνε.


Ίδια τα χώματα, τα λάδια μούργα ίδια,

ίδιο καφέ στο κυλικείο θα κεράσουνε

που δεν θα πίνεται, κονιάκ για τα σκουπίδια,

ίδιο το κόλυβο καρμπόνι που θα βράσουνε.


Μόνο για σένα όλα θά ΄ναι κάτι άλλο,

σα νυσταγμός και σαν αγύρτη μάγου ύπνωση,

κι αν δείχνει κάπως λιγουλάκι να υπερβάλλω,

που και να ιδείς την περαιτέρω επιδείνωση.

Κυριακή 19 Μαΐου 2024

 Προς γέρμα

Ο χρόνος μαραγκιάζει την ψυχή μου,

με θάνατο, αντάρα, στενοχώρια,

Ιζόλδες μακρισμένες, ανημπόρια,

μπροστά στις επελάσεις μιας ερήμου,


ερήμου που κυκλώνει ό,τι στέκω,

νεράκι, σάρκα, κόκαλα και γαίμα.

Μιάς Κήρας γέρας, έτοιμος προς γέρμα,

αν με αξιά ρωτώ τον Στίχο πλέκω;


Κι αν μείνει από ΄μένα μια ιδέα-

καθρέφτισμα, το φάσμα ενός κομπάρσου,

δεν θά ΄μαι εγώ στ΄ αλήθεια για φαντάσου,

μα του Θεού μια φάρσα, η πιο χυδαία.