Σα γέρο-τζίτζικας
ενός βαριά παρηκμασμένου εξοχικού,
φωνή γρικώ Ελληνική: «Τρικέρη φτάνει»,
με δύναμη αψιά Σοφόκλειου χορικού.
«Να βγάζεις φτάνει της ψυχής σου με τανάλια
τα δόντια ρε... Πως θα μασήσεις τον καιρό;
Πως με μπαμπάκια θα στερέψεις τόσα σάλια
Νέδας σωστής που σου βαραίνουν το φτερό;
τα δόντια ρε... Πως θα μασήσεις τον καιρό;
Πως με μπαμπάκια θα στερέψεις τόσα σάλια
Νέδας σωστής που σου βαραίνουν το φτερό;
Ζήτουλα φτάνει να γυρεύεις ενισχύσεις,
από κρασί, από τροχίσκους και χασίς.
Εσύ που ξέρεις τα πολλά ν΄αποφασίσεις…
Μιά Ιφιγένεια σεμνή για Μανασσής;»
από κρασί, από τροχίσκους και χασίς.
Εσύ που ξέρεις τα πολλά ν΄αποφασίσεις…
Μιά Ιφιγένεια σεμνή για Μανασσής;»
Σα γέρο-τζίτζικας ποδάρια που τινάσσει,
ενώ κυρά με τα νερά της προσπαθεί,
στις σκοτεινάγρες λάου-λάου να τον μπάσει,
έτσι κι εγώ πάνω απ΄το θέρος έχω αρθεί.
ενώ κυρά με τα νερά της προσπαθεί,
στις σκοτεινάγρες λάου-λάου να τον μπάσει,
έτσι κι εγώ πάνω απ΄το θέρος έχω αρθεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου