Ο Κλέφτης του χαλκού
Τάφοι μιλώ σας σαν σε φίλο
γκαρδιακό,
που μπλέχτηκε στις γάζες
κάποιας δύσης.
Χειμέριος εδώ σταθμός
Λαρίσης.
Τρένα χωμάτινα κι εγώ μ΄ένα
φακό,
γυμνός καθώς με θέλησαν τα
Σάββατα
και των χρησμών η δίπορτη
συμπόνια,
του κάτω κόσμου σφίγγω τα
μπουλόνια,
λιπαίνοντας τα με κηρό και
νάματα.
Ίζημα Κυπρογέννητο και
χίμαιρα,
στα bar πληρώνω αδρά του Παραδείσου.
<<Στους άνεμους τους
τέσσερις αφήσου,
και σ΄όλα της Παρέλασης τα
εφήμερα>>,
μια μπιστική φωνή από τα
έγκατα
όλο σερμπέτι λησμονιά
χαρίζει.
Αλλοίμονο, τις μέρες μου
σκοτίζει
ο Κηπουρός, σηκώνοντας μου
δέκατα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου