Ψυχούλα
Ψυχούλα ξέφτι ξαγρυπνά,
χρόνους σαράντα τώρα.
Στέκει ομπρός σου ιδέστηνα,
γυμνούλα μες στη μπόρα.
Τα ρούχα της επούλησα
κι αγόρασα ρεμέντια.
Μιά ρόδα ήμουν... Τσούλησα
με καύσιμο αψέντια.
Πως πέρασα μην τα ρωτάς...
Κοντά στο νου κι η γνώση.
Με πέτρωσε ο έρωτας,
κι η πίκρα του η τόση.
Πολλά δεν έχω να σου πω
και πάγω όπως ήρθα,
κι ας ζω πάντα σε σούρουπο,
αγκαλιαστός μ΄ αγκίθα.