Ένας Θρακιάς
πάνω σε σώμα χωρισμένο από ψυχή,
να κλάψει γοερά, ν΄ανάψει τύψη,
κόρη να φθείρει λυρική που δυστυχεί.
Κι εγώ σα ναυαγός της
επαρχίας,
υπαλληλίσκος τυλιγμένος το
παλτό,τους τίτλους θ΄απαιτήσω της βακχείας,
από τα κόκκινα τ΄αυγά του Λιναρντό.
Η πιο μικρή των κάμπων
παπαρούνα,
γονατισμένη μπρος σε γύμνια
Παναγιάς,με ματωμένη θύμησες τη γούνα,
μια προσευχή θα καμωθεί Πρωτομαγιάς,
ενώ Θρακιάς μουρντάρης θα με
σέρνει,
προς την ακτή τη γλιστερή
του Βελζεβούλ.«Τι με διώκεις ως εδώ στη Λέρνη,
Γιάννη -Αγιάννη βαπτισμένε και Σαούλ;»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου