Ένα καράβι
σπασμένο να με πάρει,
στις μελανές φτερούγες του,
αλάργ΄από τα βάρη.
Μιά του κλέφτη, δυό του κλέφτη,
και που νάβρω σωτηρία,
στης γενιάς μου τ΄αλωνάκι,
φτάσαν πρώϊμα τα κρύα.
και που νάβρω σωτηρία,
στης γενιάς μου τ΄αλωνάκι,
φτάσαν πρώϊμα τα κρύα.
Ένα καράβι νοσταλγώ,
να ΄χει πανιά του μαύρα,
καλογεράκι αμούστακο,
από την Άγια-Λαύρα.
να ΄χει πανιά του μαύρα,
καλογεράκι αμούστακο,
από την Άγια-Λαύρα.
Μιά του κλέφτη δυό του κλέφτη,
και που νάβρω σωτηρία,
στης γενιάς μου τ΄αλωνάκι,
φτάσαν πρώϊμα τα κρύα.
και που νάβρω σωτηρία,
στης γενιάς μου τ΄αλωνάκι,
φτάσαν πρώϊμα τα κρύα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου