Δεν κράτησαν τα φράγματα
Δεν κράτησαν τα φράγματα.
Παιδάκι
με φτυάρι σεργιανούσα
πλαστικό,
μέσα στο φως το πλέριο τ΄
Αττικό,
και στης αρχαίας πέτρας τη
φενάκη.
Μαύρο γυαλί, ξαπλώστρα, scotch, ομπρέλα.
Σφύριζε μπάτης κι ήταν
δροσερός.
Μπροστά πάντα γαλάζιος ο
καιρός,
πίσω πολύ του γήρατος η
βδέλλα.
Πατούσαν οι Θεοί μες τ΄αλωνάκι,
μαλαγουζιά κερνούσαν τον
κιοτή,
ατέλειωτη μου φάνταζε η
γιορτή,
φιλόξενο του χάρου το
κονάκι.
Δεν κράτησαν τα φράγματα. Τι
κρίμα;
Γυμνός πώς να βαστάξεις το
κακό…
Την άμμο φώτιζα με το φακό,
σαν είδα το στερνό να φτάνει
κύμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου