Ο
Δευκαλίων
Θ΄
ανάψουν πάλι κίβδηλα λαμπιόνια,
θα
βγούνε μασκαράδες στα καντούνια.
Πουτάνες,
νταβατζήδες, ροζ γουρούνια,
με
λίπος θα βουλώσουν τα σιφώνια.
Καρδιές,
σταματημένες σε θαλάμους
νοσοκομείων.
Νύχτα του Ασώτου.
Ο
ποιητής θα φρίξει στη Διδότου,
πιασμένος
απ΄αόρατους πλοκάμους.
Κι
ένα σπασμένο τμήμα φωνογράφου,
τη
βία θα δεχτεί των Ουρανίων.
Ποιος
Μωυσής; Εγώ ο Δευκαλίων,
τα
μυστικά κονδύλια κάθε τάφου,
στις
πρωινές θα δώσω εφημερίδες.
(Τα
σχόλια να μένουν). Μες στη ζάλη,
περνώ
απαρατήρητος και πάλι,
τραβώντας
για τις πάτριες θυρίδες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου