Η τελευταία ημέρα του Νεστόριου Ευμολπίδη
Η Κόρη σαν λαχάνιασε απ΄την τρελή φυγή
απάνω σ΄αετώματα και σε χλωρές ταράτσες,
τον άνεμο λογχίζοντας του έδωκε πληγή,
και με το γαίμα στέγνωσε πουκάμισο και κάλτσες.
για κάποιαν επανάσταση που άργησε στο δρόμο
και μιαν Ελένη τσίλικη φερμένη απ΄τα Φηρά,
που με την ομορφάδα της κατέλυσε τον Νόμο.
ωραίες ατενίζοντας προσόψεις του θανάτου.
Μα που της Κόρης ο μαστός;. Μουρτζούφλης και αργός,
τις περιπτύξεις βλόγησε ενός μπερμπάντη γάτου.
με τον πατέρα σε κουτί, την μάνα μ΄ ανθοστήλη,
και τότε απ΄το σακίδιο τραβώντας τον φανό,
της Περσεφόνης φώτισε μικρά, μεγάλα χείλη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου