Ξάγρυπνος στην Ασίνη
Τις νύχτες σαν σκαλίζω τα
κιτάπια,
μια σέρτικη ομίχλη όλο κόρνο,
(Υλαγιαλής στηθάρι για τον πόρνο),
φυγομαχεί στις κρύπτες με τα
χάπια.
ΕΝΘΑΔΕ ΚΕΙΤΑΙ. Δέλτα, ταυ
σβησμένα.
Η κάμαρη στο νότο. Πίνω βύνη…
Σαν με ρωτούν την πόλη μου:
«Ασίνη»
τους απαντώ, «Ασίνη από γέννα».
Ο Πλάτωνας ορθρίζων, ο Σωκράτης
κι ανάμεσα εγώ της απουσίας
γόνος, ταξιδευτής Αχερουσίας,
τα γιατρικά βυζαίνω της απάτης.
Ελπίδα μοναχά στις εξαιρέσεις
και στις απλές χαρές του
Κοινοβίου.
Εδώ, η μυρωδιά του ιατρείου
ανθεί και των αστών οι
παραινέσεις.
Κατά τις τρείς το φάσμα του
Πατέρα,
χαλεύει τη παλιά του ταμπακιέρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου