Νεκρός στα Πατήσια
Δειπνούσα ψες στην έρημη ταβέρνα,
μασώντας της ψυχής μου την σταβλίσια
σαν Χιώτικη. Αργά κατά Πατήσια,
εκίναε άλλη μια η παλιά λατέρνα.
Δεν είχα γρυ να πω στον ταβερνιάρη,
μονάχα «τι χρωστώ;» κι απέ «αντίο».
Απάνω λιποθύμαγε το Θείο,
στραμμένο προς της Μέκκας το λιθάρι.
Εκάτη κρουσταλλένια… Τι ζητούσα;
Σκατόφτυαρο το χέρι. «Πως ζητιάνος,
δίχως μια στέγη ώσπερ τσιρκολάνος;»
τις στράτες εκμετρούσα κι
απορούσα.
Και στρίγγλισε σαλή: «Άνδρα καρμίρη,
πίσω γραμμή στου Βήτα το τσαντήρι».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου