Η Αφέντρα
έκαμες να μην σώσεις,
κι εκεί που πάγαινα πεζός,
αφεντικό και μπόσης,
ευρέθηκα το δουλικό,
και το παιδί που τρέχει,
τριγύρω για θελήματα.
«Αφού», σε λέγω « βρέχει,
και το παιδί που τρέχει,
τριγύρω για θελήματα.
«Αφού», σε λέγω « βρέχει,
κι οι ρόδες ακυβέρνητες,
με πάνε σε γκρεμίλα».
«Ομπρός πετάλι», κρένεις με
«και να φανείς με μήλα,
με πάνε σε γκρεμίλα».
«Ομπρός πετάλι», κρένεις με
«και να φανείς με μήλα,
γιατί γκαστριά το απαιτεί,
και φύση της εγκύου».
Βγαίνω λοιπόν μες στη βροχή,
με τέσσερις Κελσίου,
και φύση της εγκύου».
Βγαίνω λοιπόν μες στη βροχή,
με τέσσερις Κελσίου,
βρίζοντας «στρίγγλα, μέγαιρα»,
σιγά να μην μ΄ακούσεις,
σίγουρος μια των ημερών,
Πήλιος θα γένω Γούσης.
σιγά να μην μ΄ακούσεις,
σίγουρος μια των ημερών,
Πήλιος θα γένω Γούσης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου