Ωδή στον Γεώργιο Καραϊσκάκη
Με κάψουλα του χρόνου ένα
βράδυ,
τα σύνορα δρασκέλισα του Άδη
και γύρισα ξανά στα περασμένα,
στις μέρες-πυρκαγιά του
εικοσιένα.
Τον Στρατηγό ζητούσα, τη σκηνή
του,
στο βάραθρο να γένω το σχοινί
του.
Τον πέτυχα με πυρετό βαρβάτο,
ν ΄αδειάζει κούπες πλήθος
άσπρο πάτο.
«Γεια και χαρά σου ορέ
Καραϊσκάκη!
Για κάτσε να σε παίξω ένα
σκάκι.
Χεζοκατούρα λόρδους και
Κοχράνη,
Φάληρο, Τζιτζιφιές,
Πασαλιμάνι.
Γιωργάκη μ΄ένα βόλι στο
ασκέλι,
Στ΄αυγά σου κάτσε, να σου
λείπει η χάρη,
γήπεδο πριν σε κάμουν και
δοκάρι.
Η μάχη αυτή μπορεί να
περιμένει.
Ας παίξουμε ακόμα μια παρτίδα,
μάτσο μαλάκες έχει η πατρίδα».
Μου γέλασε πικρά και μου ΄πε:
«Σπάσε…
Κλαψούρες κι εκδουλεύσεις
χθόνιες πάψε.
Στα χρόνια σου ταχιά τα
σιχαμένα,
τη πάρτη σου Γιαννάκη κι άσε
μένα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου