Στο Σαλόνι ο Άσωτος
σαγίτα σταθερά πάνω στη φτέρνα.
Ο πόνος σα λιοντάρι και σα
σμέρνα
και σα πικροραγιάνι αληγές.
Θυμάμαι που ξανοίχτηκα παιδί,
μια χούφτα σκωληκόβρωτο
προζύμι.
Αργότερα θα ΄ρχότανε κι η φήμη,
να φτιάξει έναν τύπο αναιδή.
Ως Άσωτος πορεύτηκα υιός.
(Η γεύση των κεράτων τόσο
θεία).
Το Σπίτι, σιχαμάρα και αηδία
μα γύρισα τη μέρα του Αι-Λιός.
Και να ΄μαι στο σαλόνι χαλαρά.
Στο Κήπο ο Πατέρας μου σκαλίζει
κάτι μηλιές. Τ΄Αδέρφι βοτανίζει…
Κρυμμένο που να έχουν τον παρά;
Πορεύτηκα ως Άσωτος υιός,
για να ψοφήσω δώθε παραγιός;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου