Γυμνός πως να τροχίσεις τα μαχαίρια,
που τίναξε απάνω σου μια ρούσα;
Καιρός, φτεροκοπώντας η μιζέρια,
αυτή που σε μεθούσε φρούδα λούσα,
ν΄αφήκει της σαρκός σου το παλάτι.
Ιδού, Ησαύ ασθμαίνων ανεβαίνει
Ροσόλυμα, για όσπρια κι αλάτι.
ξεπήδησε μαζί σου το εξήντα,
πλην τώρα στου Ερυθρού Σταυρού τις κλίνες,
ορό σε ψιχαλίζει ως μια πίντα.
Μια τέτοια χάρη δόθηκε στην πλήξη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου