Μεγάλη Παρασκευή
Πορεύτηκα στα χώματα της
κοίμησης,
σαν λοχαγός ωραίος των
Μηλίων,
Παρασκευή τεφρή της
κατακρήμνισης,
με την καρδιά να στάζει πυρ
και πύον.
Παρασκευή Μεγάλη στα
παράθυρα,
η σκύλα βγήκε πάλι να
τηράξει,
τον γόνο της Μαρίας και του
Πάνθηρα,
ερχόμενο τη μήτρα της να
φράξει.
Παρασκευή σπαρμένη με
τσιγγάνικα
βιολιά και καραμούζες του
θανάτου,
οι πεθαμένοι γιούρια με τα
τσάμικα,
απάνω στις φροντίδες του
αποπάτου.
Και γω που τόσο άνανδρα
ευτύχησα,
να πλεύσω το σκαρί εν
νηνεμία,
για μια στιγμή κοχύλι φάλτσο
ήχησα,
πριν να πεθάνω γέρος στη
Λαμία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου