Ο Οργανοπαίκτης
Γαυγίζει το σκυλί το
λυσσασμένο
και την τρελή του κυνηγάει
ουρά,
γυρνώ και εγώ με βήμα
κολασμένο,
σφικτά κρατώντας πένα και
τζουρά.
Γαυγίζει το σκυλί το λυσσασμένο,
γυρνώ κι εγώ με βήμα
κολασμένο.
Σαν ξένος περπατώ σ΄αυτή
τη πόλη.
Απάνω μου όλα πέφτουνε τα τραμ.
Στοές με καταπίνουνε και
θόλοι,
στην ερημιά με βγάζουν του
Αδάμ.
Σαν ξένος περπατώ σ΄αυτή
τη πόλη,
στοές με καταπίνουνε και
θόλοι.
Δεν ξέρω που να πάω και
ποιόν να πιάσω,
να του μιλήσω, να του
ξηγηθώ.
Να μάθω γιατί μ΄ άφησες
στον άσσο
και μ΄έριξες στο πιο βαθύ
γκρεμό.
Δεν ξέρω που να πάω και
ποιόν να πιάσω,
να μάθω γιατί μ΄ άφησες
στον άσσο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου