Ο Φόβος
Σκατζάρισα κι ησύχασα, κλείστηκα
στο γιατάκι,
τσιγάρο στρίβω με χασίς και πέφτω
σε νιρβάνα.
Σαράντα μίλια νότια απλώνεται η
Αβάνα
κι αυτό με κάνει πιο γλυκά να
παίζω το γατάκι.
Πούρα χοντρά και φοινικιές, γυναίκες
και τεκίλα.
Αίμα να στάζουν τα πανό. Ο Τσε κι
ο Φίντελ Κάστρο.
Για πάντα θα λαμποκοπά πάνω απ΄τη
Κούβα άστρο,
καρφί στο μάτι κόκκινο, πυρρά
ανατριχίλα.
Ο καπετάνιος μας τρελός, πίνει
καφέ με μπύρα
και στέλνει πάντα το S.O.S σαν έχει νηνεμία.
Τον ταλανίζει μια ύπουλη σα ξέρα
αναιμία
και καρτερεί τη σύνταξη, να
αναπαυθεί στη Σύρα.
Έχω έναν φόβο μυστικό, μη στρίψει
το τιμόνι
κι αντίς για Κούβα, Κεντρικό
Αιγαίο μας γυρίσει.
Του σκότους κάμω προσευχή τις
σιωπές να λύσει
και ξημερώνομ΄ άυπνος με λάσκα το
σαγόνι.
Να ευτυχώς τα πρώτα ντοκ κι οι
άχαρες προσόψεις…
Κύμα γλυκό μας επαιτεί τσιγάρα κι
απονέρια.
Μαύρα κορίτσια χαιρετούν κουνώντας
μας τα χέρια.
-Καλέ μου φίλε μοναχέ, απόψε θα
προκόψεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου