Σάββατο 1 Νοεμβρίου 2025

 Ένας αγέρας

Ένας αγέρας σάπιος με φυσά,

με σέρνει απ΄τη μύτη με τραβάει,

σε πλάση χορτασμένη λιγοψύχισμα

και θάνατο που στίγματα κεντάει.


Κι εγώ δειλά ρωτώ τον Άγνωστο Θεό,

ποιός ήμουν πριν μου δώκουν τ΄όνομα μου;

Γελάει ο Γκοντό: - Δε βλέπεις τον γκρεμό;

Σα πως να ονομασθείς σπυρί της άμμου;


Ένας αγέρας μπάτης με κλωτσά

στα πισινά γυρεύοντας αιτία,

τον λόγο να ζητήσω δίχως φρόνηση

και χέρια μου ν΄απλώσω σ΄επαιτεία.


Ένας αγέρας πάντα και παντού,

με λύσσα θα με σκάσει στα μπεντένια,

μιας πόλης που πεθαίνει σ΄ένα άσυλο,

βαριά Παρασκευή  και μολυβένια.

Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2025


Σαββόπουλος

Ως νουνεχής αριστερός,

(ας κρύψω θυμηδία),

στον Μάρξ κλαρίνο σα δε θες

Σαββόπουλου κηδεία...

Κυριακή 26 Οκτωβρίου 2025

 Ο κουμπαράς

Χάψωνα σ΄έναν κουμπαρά

για τουρ στην Σουηδία,

τον ξάφρισε η χήρα μου

και ξόφλησε κηδεία...

Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου 2025

 Σύντομο σκετς

Παλαιός μηδέν χρωστάει,

μέρες για την πάρτη μου,

πλέκω προσευχές, γελάει

πίσω από την πλάτη μου.


Δεν με πιάνει θεωρία,

όλα φουλ ακάλυπτα,

κατηφόρα η πορεία,

έτσι απροκάλυπτα.


Ένας μπαίνει, άλλος φεύγει,

παίγνιο να γίνεται,

άλλοι μόνοι, άλλοι ζεύγη,

κι ο Θεός να ξύνεται.


Σ΄όποιο φίλο πλησιάζει:

"Φασκελοκουκούλωστα"

λέγω. Γκάζι, κάμε χάζι

Χάροντα και βουρ στα οστά.


Μιά πνοή, κλωτσιά και φεύγω,

είναι σκετς μου σύντομο,

ίδιο ακριβώς με το έργο

Νέστορα πολύτομο.





Σάββατο 2 Αυγούστου 2025

 Διάλογος μετά την τύφλωση

-Βαφτιστικό μου όνομα

σα θε να μάθεις, Ούτις!

Κι ο Κύκλωπας (κουφάλογο):

-Με στράβωσ΄ ένας Πούστης!

Τρίτη 10 Ιουνίου 2025

 Ψυχούλα 

Ψυχούλα ξέφτι ξαγρυπνά,

χρόνους σαράντα τώρα.

Στέκει ομπρός σου ιδέστηνα,

γυμνούλα μες στη μπόρα.


Τα ρούχα της επούλησα

κι αγόρασα ρεμέντια.

Μιά ρόδα ήμουν! Τσούλησα

με καύσιμο αψέντια.


Πως πέρασα μην τα ρωτάς!

Κοντά στο νου κι η γνώση.

Με πέτρωσε ο έρωτας,

κι η πίκρα του η τόση.


Πολλά δεν έχω να σου πω

και πάγω όπως ήρθα,

κι ας ζω πάντα σε σούρουπο,

αγκαλιαστός μ΄ αγκίθα. 


Σάββατο 10 Μαΐου 2025

 Ο Κάϊν στις Πόλεις

Γυμνίτης ξημερώθηκα σε λούνα-πάρκ της θλίψης,

αστέρι συλλαβίζοντας με τ΄όνομα "Θαβώρ",

συνηθισμένος μιά ζωή  να νταγιαντώ εκλείψεις,

τι κυάλι μου επιγραφή απάνω είχε "Tavor".


Κι ήταν η ρόδα στρόγγυλη σα τύψη που πεθαίνει

σε μια φραγή της αορτής, το τούνελ ανοιχτό,

μόνο που δεν οδήγαε σε βυζαρού Ελένη,

παρά σε τρόμους άφθορους και βδέλυγμα πηχτό.


Σουγιάς στ΄ανταλλακτήρια δε φτούραγε μιά πένα,

και το παλιό παράπτωμα σε φόντο δειλινού,

δυσοίωνα κροτάλιζε στου Άθω τα στραμμένα

προς μια Εδέμ- Μητρόπολη με σχήμα αχινού.


Κι ιδού εγώ ο παραγιός της συμφοράς!.. Εντός μου,

ο Βελζεβούλης έστηνε σκηνή του και μονιά,

κι ένα σταυρό από πλέξιγκλας στ΄αλώνια του Ευόσμου,

μ΄ επιγραφή ελληνιστί:  "Δότ΄εύγε του Φονιά"...