Τρίτη 31 Δεκεμβρίου 2013


Il ritorno d΄ Ulisse in patria 

 Μια δεσμίδα φως: ΔΙΑΝΥΚΤΕΡΕΥΕΙ.
Το σκουλήκι μέσα μου θεριεύει.
Κι απ΄ τις  Κυριακές τις ιδανικές,
απομένει των Παθών η χλεύη.

Βάμμα ιωδίου και βαμβάκι.
Πηνελόπη  χάρτινο γεράκι,
τόλμη στη ματιά, πάγο στη καρδιά,
σαν με κατεβάζουν στο χαντάκι.

 Άγονα νησιά, φρυγμένες πόλεις.
Χάθηκα στο κύμα της ασβόλης.
Μέθυσα κρασί, δάκρυ θαλασσί.
Ένας ρημαγμένος Αποστόλης.

 Της Πρωτοχρονιάς τα σάπια δώρα,
άνοιξα και βγήκα  μες στην μπόρα.
Πλοίο της γραμμής.  Ούτις και Κανείς,
χαψωμένος  σ΄ άσπρη νεκροφόρα.






Σάββατο 28 Δεκεμβρίου 2013


Πρωτοχρονιά 2014

Με τις τσέπες μπαγιάτικο κόλλυβο,
περπατώ στης Αθήνας το λώρο.
Σαν το θες μακιγιάρεις τον Όλυμπο,
να θυμίζει γνωστό δικηγόρο.

 Της ελπίδας που πήγε η δίεση;
Των ανθρώπων που έδυ το κάλλος;
Τώρα πια  φυγοδίκων αλίευση,
και στ΄αυτόφωρα βρώμα και σάλος.

Τα χωνιά περιγράφουν το κίβδηλο.
Με στρυχνίνη ποτίζουν μητρώα.
Ο αιώνας καπλάνι  θρασύδειλο,
σε φονιάδες σηκώνει ηρώα.

 Στης καρδιάς το κονάκι μεσάνυχτα.
(Ένας κούκος δεν φέρνει τα φώτα).
Με παντζούρια στις λύπες ορθάνοιχτα,
έχω βάλει για θάνατο ρότα.


Και σαλεύουν σταυροί σαν αντίσκηνα,
στο ραγιάνι της κίτρινης πόλης.
Τι Αθήνα, τι Ρώμη, τι Πρίστινα;
Παντού στέκω θνητός Αποστόλης.







Πέμπτη 26 Δεκεμβρίου 2013


Εορταστική περίοδος


Στων ιδαλγών θα σκύψω τις κοιλότητες,

να πιω φασκομηλιά απ΄τις φλεβώσεις.

Κουράστηκα ζωή με βεβαιότητες.

Βαριές ας  μπιστευτώ ξανά νεφώσεις.

 

Γερνώ σαν αστραπή που θυσιάστηκε,

φωτίζοντας χοάνες αναπήρων.

Ποιος άσπλαχνος Θεός με καταράστηκε,

να γένω το αλίευμα των κλήρων;

 

Χριστούγεννα στης Κόρης το ανάκλιντρο,

Πρωτοχρονιά στα νώτα της Νεμέας,

φυγοδικώ παιδί αξιοδάκρυτο

και πάλαι, Βουκεφάλα ο ιππέας.

 

Καιρός εγγύς οι στίχοι μου να κάψουνε,

χωριά παραδομένα στη ραστώνη.

Προτού ροδίσει Μάγοι  θα με θάψουνε,

δυο βέρστια δυτικά απ΄τη Δωδώνη.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Παρασκευή 20 Δεκεμβρίου 2013


Δούναι και Λαβείν

 
Της Φάτνης θα πουλήσουμε τα σκεύη,

μια Κυριακή σε πάγκο στο Θησείο.

Μεσάνυχτα των Μάγων το βυτίο,

Θε να ξεπλύνει πρόχειρα τη χλεύη.

 

Και σαν το γιουκαλίλι τρίξει νότες,

ο Γιώργος θα περάσει με τα πόδια,

μυρσίνες ελεώντας μας και ρόδια.

(Παράξενοι καιροί για συνωμότες).

 

Τα μέλη μας λευκότατα ως χιών,

θα επιληφθούν Γραφεία Κηδειών.

 

Πέμπτη 19 Δεκεμβρίου 2013


Η Πρώτη Ημέρα της Περιήγησης

 
Τον Κάντορα θα δούμε της Λειψίας,

επί του Johann Christian ν΄ασελγεί,

τον Στάλιν με ντουντούκα ν΄απεργεί,

για τα πογκρόμ κατά της Εκκλησίας.

 

Τον Ντοστογιέφσκι δόκιμο κρουπιέρη,

τον Άντολφ με στολή παγωτατζή,

τον Παναγούλη  χουντοεσατζή,

του Γιούδα την εικόνα μ΄αγιοκέρι.

 

Προς το παρόν θαυμάστε τον Ζαπάτα,

να τρώει με τον Πάντσο αυγά μελάτα.

 

 

Τετάρτη 18 Δεκεμβρίου 2013


Ένας Μανώλης

 

Ξεκάλτσωτος στης Φάτνης τους χειμώνες,

με δέος αγροικάω τους πιστούς,

να μου γυρεύουν νοίκια και μισθούς,

χρεόγραφα, πεντάρια, ελαιώνες.

 

Εγώ ειμί πολλά πτωχός και πένης.

Φραγγέλιο προσμένω και σταυρό.

Μην ψάχνετε σε με τον Θησαυρό,

Στον πάγκο του ο κάθε σκατογένης.

 

Ποιος είπε Ιησούς; Απλά Μανώλης.

Τριάκοντα τριών Μαΐων μόλις.

Τρίτη 17 Δεκεμβρίου 2013


Ο Μικρός Τυμπανιστής



Τον άνεμο μπιζέρισες, του πένη το καμίνι

και τα βραχώδη πρωινά του Μάρτη. Σιγανά,

την πόρτα πίσω σφάλισες και βγήκες στην Ασίνη,

το πιο κακόμοιρο εσύ απ΄όλα τα ορφανά.

 

Στην τσέπη πέντε γράμματα φρικτά τσαλακωμένα,

με παραλήπτη άγνωστο. Ποιος να σε θυμηθεί;

Οι ουρανοί να στάζουνε δέρμα, χολή και βλέννα,

σαν ένας Δελφικός χρησμός που αρνιέται να λυθεί.

 

Το δειλινό συνάντησες τον γέρο-Παγοπώλη,

με τη στλεγγίδα τη χρυσή να ψάχνει για ψιλά.

Σε ρώτησε τι χάλευες, στην κούφια εκείνη πόλη

κι ακούμπησε το χέρι του στον ώμο σου δειλά.

 

Δεν είχες μιαν απάντηση να δώσεις, μιαν αγάπη

να σου βαστάξει την καρδιά στη θέση της γερά.

Της ορφανιάς αλλοίμονο, μαργώνει το δρολάπι

κι αφήνει πάντα ίζημα στ΄ανήσυχα νερά.

 

Άκου τα λόγια που θα πω στερνή φορά και πρώτη.

Τα κύμβαλα θε ν΄ακουστούν μεσάνυχτα σωστά.

Έχεις να κάνεις με Θεό αληταρά και πότη,

που κάθε αμαρτίας σου μετρά τα χιλιοστά.

 

Πέρνα λουρί και κράτησε το τύμπανο αντρίκια.

Χέρια βουβά. Μη φοβηθείς σιωπή να μοιραστείς.

Κάλλιο στης αγοράς το ρου να διαλαλείς φιστίκια,

παρά ένα κάλπικο Θεριό, ραγιάς να σεβαστείς.

Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου 2013


Σύντομο Βιογραφικό

 
Ένας σιμούν ανηλεής σηκώθηκε η ζήση

κι ας την γλυκαίνουν κάποτε αντικατοπτρισμοί

συγκερασμένων ηδονών. Μπιζέρισα τη Κτίση

και τη χαρά τη χάρτινη που δίνουν οι χρησμοί.

 

Τις χίμαιρες ξεπούλησα σε ύποπτα παζάρια,

σαν οι χρονιές οι δίσεχτες χτυπούσαν στο ψαχνό.

Λογίστηκα, ζυγίστηκα με γερανών κουφάρια

και με των ολιγόχρονων το λόγο το βραχνό.

 

Δεν είχα σθένος μια σταλιά τη πλάτη να γυρίσω,

σε όλα εκείνα τα δεινά, στις πράξεις τις φτηνές.

Μύρια πιασμένος άγκιστρα, με τι ψυχή να λύσω,

τα γόνατα να πορευτούν εκτάσεις ορεινές;

 

Και να που ξάφνου βρέθηκα γυμνός στα  μπηλοζήρια,

κραδαίνοντας αδέξια  μολύβι και σπαθί.

Οι κήνσορες το γράψανε με χίλια τεμπεσίρια,

πως κάθ΄ελπίδα έσβησε, το παν έχει χαθεί.

 

Στη λασπουριά των αφανών και την ιλύ των λίγων,

που βάπτισαν παράδεισο το θέατρο σκιών,

δοκίμασα ανόρεχτα το μάνα των προσφύγων,

πριν γαντζωθεί απάνω μου η λάμια της Λυών.

 

Ξημέρωσε…Τι καρτερώ; Με τη ψυχή στο στόμα,

φορώντας κούκο ναυτικό με τόλμη περισσή,

θα στρέψω το πηδάλιο προς το μεγάλο Κώμα,

και των Μακάρων το λαμπρό σαν θέατρο νησί.

 

 

 

Σάββατο 14 Δεκεμβρίου 2013


Προς τη Δύση


Ψυχρός στων μιναρέδων τη σαγήνη,

τα βήματα με φέρνουν δυτικά,

σαν κάτι ορφανά ραχιτικά,

που ψάχνοντας στους χάρτες την Ασίνη,

 

δεν βάσταξαν τα βρώμικα πορθμεία

και στήσανε καλύβι αψηλά.

Με τσέπη αδειανή από ψιλά,

ότι απομένει ζω εν συντομία.

 

Στο διάβολο ποιμένες και προφήτες.

(Ερμοκοπίδες κάνω συντροφιά).

Όλοι μαζί κινούμε μια γροθιά,

της λήθης πεζικάριοι, για ήττες

 

πρωτόγνωρες. Έξω τραβώ το λούγκερ.

(Γύρω σφυρίζουν φίλια πυρά).

Υψώνοντας το φρύδι τολμηρά,

στης Κόρης αποσύρομαι το μπούνκερ.

 

 

Πέμπτη 12 Δεκεμβρίου 2013


Πατημένα Πενήντα

 
Τα σχόλια να μένουν. Βιαστικά

τα χρόνια μου διαβήκανε και πάνε.

Στους άνεμους τους τέσσερις σκορπάνε

και Λένα και Καλή και Ναυσικά.

 

Τα σχόλια να μένουν. Το σπαθί,

στη θήκη του σκουριάζει. Την ασπίδα,

την έχασα στα ζάρια για μια Λήδα,

απόγιομα Σαββάτου στο Βαθύ.

 

Τα σχόλια να μένουν. Πυρκαγιές

δεν πύργωσα, δεν τόλμησα ποτές μου.

Ίσως και να ΄μουν θύμα καταδέσμου.

Μ΄αφάνισαν αρές, γλωσσοφαγιές.

 

Τα σχόλια να μένουν. Τώρα πια,

χειμέρια τα πράγματα. Πιστόλι,

μια μέρα να ν΄γιορτή και να ΄ναι σχόλη

κι ρίχτε μου το λέσι στα σκυλιά.

 

Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2013


Μια Αναχώρηση



Στην τρώγλη της Λεσίνας κατοικώ.

(Ο Διάβολος τεντώνει το ταμπούρλο).

Πενήντα χρόνια τώρα βλέπω τρούλο.

Το ίδιο πάντα μούτρο αφεντικό.


Φορέματα ζητιάνου. Ταπεινός

ο ρόλος μου, στυγνός κι ο Θεατρώνης.

Τι βράδυ, τι πρωί; Το άστυ κόνις

και που του Βακχυλίδη ο ληνός;

 
Ξημέρωμα φρικτό σαν πιστολιά.

Η Πρέβεζα κοντά στα πέντε βέρστια.

Θα φύγω μιαν αυγή με μπάρκο-μπέστια,

αλλού να στήσω μνήμες και φωλιά.

 
Απόνερα μιας δύσκολης ψυχής,

με σπρώχνουν προς τη γη των Λωτοφάγων.

Στα Πριζουνίκ τα σκύβαλα των Μάγων,

ανάκατα με είδη αναψυχής.

 

 

 

Τρίτη 10 Δεκεμβρίου 2013


Γιατί και ο Ποιητής παραμένει Άνθρωπος

 
Ας βγάλω τέλος πάντων τα σκουπίδια.

(Ο στίχος μου μπορεί να περιμένει).

Συχνά με λυρισμό η Μούσα ραίνει,

αυτούς που αντιπαλεύουνε σαρίδια.

 

Ας βάλω τις πιζάμες με τ΄αρκούδια.

Η παγωμένη νύχτα, βάρκα δίνει

του Ποιητή, να πνίξει τη Φροσύνη,

για να της γράψει πένθιμα τραγούδια.

 

Ας βρω το βιβλιάριο τραπέζης,

πουρνό-πουρνό την σύνταξη να πάρω.

Καλές οι διαχύσεις με τον Χάρο,

μα βάρδα από τον Κώστα της Πρεβέζης.

 

Σαν να με παρασκότισε η γκιόσα.

Που πάω και βρίσκω ο βλάκας τέτοια ζώα;

Αλήθεια, που να βόσκει ο Πεσσόα

κι εκείνο το οικόπεδο στα Λιόσια;

 

Δευτέρα 9 Δεκεμβρίου 2013


Ich habe genung
 

 
Γυμνός στο παγωμένο μου κρεβάτι

στριφογυρίζω. «Ich habe genung».

Ψυχή πεδινή έν΄άστρο γενού

κι έμπα βαθιά στου χειμώνα το μάτι.

 

Τσαλακωμένες Άλπεις τα σεντόνια

και πως να γείρω; «Ich habe genung».

Οι ελπίδες μου σε μια Φραγκογιαννού

και στ΄άρρυθμα της γρίπης τα τελώνια.

 

Των εντοσθίων κάθιδροι εργάτες,

τούνελ παλεύουν. «Ich habe genung».

Δειλές καμπάνες με τάξη αινούν,

Αυτόν που οργώνει βούρδουλα τις πλάτες.

 

Γυμνός στο παγωμένο μου κρεβάτι

Θα ξεψυχήσω. «Ich habe genung».

Γυρίζουν τα μερόνυχτα εις χουν,

σκεπάζοντας Φαρί και Αναβάτη.

 

Παρασκευή 6 Δεκεμβρίου 2013


Αλλάξτε συζητήσεις

 
-Απ΄τη φωτιά τα κάστανα ποιος βγάζει;

Ποιος πρώτος θε να σύρει το χορό;

-Σε άλλη γειτονίτσα για Ζορό.

Τι Αλαμάνες τσαμπουνάτε; Γκάζι

 

και γειτονιά του Μετς κλωθογυρίζω.

Ενίοτε Πετράλωνα. Σκατά

στον κάθε τρελαμένο κερατά.

Με κάνετε βραδιάτικα και βρίζω.

 

Γλυκό κρασί, καπνός, γκομενιλίκι.

Με σάχλες που μου λέτε, τρώγω φρίκη.

 

-Το φάσγανο του Γέρου. Καριοφίλι

ποιος τάχα θα σηκώσει στον εχθρό;

-Γνωρίζω ένα μπαρ στον Ερυθρό

ταμάμ. Εκεί μαζεύονται οι φίλοι.

 

Μπιζέρισα. Αλλάξτε συζητήσεις.

Ευχάριστα αν έχετε καλώς.

Σας δείχνω τζάμπα-μάγκες για τρελός;

Τα νιάτα σου γιατί να χαραμίσεις;

 

Μια βότκα με μια φέτα πορτοκάλι

κι Αλβανικό να φτιάξει το κεφάλι.

Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου 2013


Δεν πρόκειται

 

Δεν πρόκειται να μπω σε λεπτομέρειες.

Σας φτάνει του προσώπου μου η πίκρα.

Ανέκαθεν ζητούσα κατωφέρειες…

Ήρθ΄ο καιρός. Τι χιόνι και τι ψύχρα;

 

Δεν θέλησα χαρές, φιλιά, ηδύποτα.

(Αγάπες και λουλούδια, πάντα ξένα).

Ταξίδι η ζωή μου προς το Τίποτα,

με σάρκινο αμάξι δίχως φρένα.

 

Μου στέλνει ο Κυνηγός συχνά μηνύματα.

Αδιάβαστα τα ρίχνω στο συρτάρι.

Για κάποιον που παλεύει με τα μνήματα,

Καισαριανή το Σύμπαν και Χαϊδάρι.

 

Δεν πρόκειται να μπω σε λεπτομέρειες.

Αφήστε με το δράμα μου να ζήσω.

Σα βράχος μες σε άδειες καφετέριες,

υπόλοιπο ποινής θε να εκτίσω.

 

Τετάρτη 4 Δεκεμβρίου 2013


Ψιλικά

 
Φιλάσθενος σφυρίζοντας τον Άμωμο,

ακροβατώ στο σύρμα του χειμώνα.

Να ζεις η να μη ζεις σε κόσμο άχρωμο,

στο μάτι τ΄αλογίσο του αιώνα;

 

Κλειστή για με η θύρα του Παράδεισου.

Κουφός Θεός και που δυό μπαταρίες;

Κακομοιριά συνήθισα το χάδι σου,

τόσο καιρό στη γύρα με παρίες.

 

Βαριανασαίνω Πλάση ακατοίκητη,

τοπία και εικόνες της οδύνης.

Η δίψα για κρασί ακατανίκητη,

με σπρώχνει στα βουνά της καταισχύνης.

 

Το μέλλον διαγράφεται δυσοίωνο.

Αλί μου… ΨΙΛΙΚΑ στη Χαροκόπου.

Μην σκιάζεσαι Ψυχή τ΄αλυσοπρίονο

και δώσε μια κλωτσιά του Ξυλοκόπου.

 

Τρίτη 3 Δεκεμβρίου 2013


Χριστός Γεννάται

Βάλε φωτιά στα δάση που αγάπησες,

μυθιστορήματα, παλιά τραγούδια.

Έτσι κι αλλιώς τους όρκους όλους πάτησες

κι από τις μέρες άφησες τα φλούδια.

 

Τώρα που γέρνουνε τα ωραία πράγματα,

γλυκόπικρες κοιμίζουν σε ειδήσεις,

Όσα κι αν φέρνεις δώρα κι ανταλλάγματα,

τον γόρδιο δεσμό δεν θα τον λύσεις.

 

Οι Μάγοι προς τη θάλασσα κινήσανε.

(Ζωγραφιστό τ΄αστέρι, μάλλον χένα).

Σκραπ ο χρυσός κι οι τρεις ομολογήσανε

και Μόρες τα νησιά τα ονειρεμένα.

 

Παρασκευή Μεγάλη τα Χριστούγεννα,

Πρωτοχρονιά σαν Σταύρωση και Πάθος.

Ανατριχίλα φέρνουν τα μελλούμενα

κι οι Πολιτείες πάλλευκες σαν τάφος.

 

Δευτέρα 2 Δεκεμβρίου 2013


Πρωτομηνιά


Μ΄ένα φτερό ξορκίζω τον Παράδεισο.

Στήνω αντίσκηνο στην Ουτοπία.

Σου το ΄χα πει, ποτάμια σαν τον Πάμισο,

θυμίζουν Γάγγη, Ράμα και ρουπία.

 

Τις Κυριακές στης Σπάρτης τα κτερίσματα,

γυρεύω ποσοστά αδρεναλίνης.

Η Δήμητρα, η Κόρη, τα μελίσματα

και πάνω τους καντάρια ναφθαλίνης.

 

Βάστα καρδιά των άστρων τα συντάγματα,

φόρτωσε ρεύμα, χάλασε την τάξη.

Αγκάλιασε ψυχρά και συ αγάλματα,

τα λόγια σου γαλβάνωσε με πράξεις.

 

Πρωτομηνιά τα κόκαλα δοκίμασα.

Χαμένος βγήκα, γύρισα την πλάτη.

Το έχει μου στις πόρνες ίσα μοίρασα

και μήνυσα να ΄ρθει του νεκροθάφτη.

Κυριακή 1 Δεκεμβρίου 2013


Οι Τρεις Αδελφές


Στάγδην βροχή. Μονάχος μιαν Ανάσταση,

κάτω απ΄της Σαλονίκης την ομπρέλα,

τον Τσέχωφ νοσταλγώ και την παράσταση,

που θα ταγίσει της καρδιάς τη βδέλλα.

 

Δέκα φορές σημάδεψα, ξαστόχησα

και άλλες τόσες μίσεψα στα δάση.

Του δικαστή  το τρίτο μάτι λόγχισα

σπέρμα Ζηνός, η φλόγα να περάσει.

 

Καμπάνες Κυριακές των εκτελέσεων,

πυροτεχνήματα, στεγνές ειδήσεις.

Η ώρα όπου να΄ναι των  αιρέσεων

και πως τους ουρανούς γυμνός να πείσεις;

 

Στάγδην βροχή. Μονάχος μιαν Ανάσταση,

τους φίλους καρτερώ. Δεν θα φανούνε…

Μπροστά σε μάντρα, χέρια στην ανάταση,

το <<πυρ>> απ΄τα μεγάφωνα θ΄ακούνε.