Παρασκευή 31 Μαΐου 2013


Αγάπη αυγινή της Σαλονίκης



Στης Σαλονίκης τα στενά, Βαρδάρης-ασφαλίτης

και γω με μαύρο αμπέχονο πενήντα δυό προφήτης,

την πρώτη ψάχνω αγκάλη μου που πια δεν με θυμάται,

σαράφη στεφανώθηκε, με κείνον και κοιμάται.

 

Να με χαλάσουν θέλησαν ποτάμια και γιοφύρια,

περβάζια  με καλέσανε, με σπρώξαν παραθύρια,

μα ζωντανός απόμεινα δίχως καρδιά και ζέση

κι έτσι μαθές πορεύομαι, μ΄αρέσει δεν μ΄αρέσει.

 

Στης Σαλονίκης την πληγή, μύγα στριφογυρίζω,

πίνω κρασί, ρουφώ ρακί, θάλασσες και αφρίζω.

Σακάτικες οι Κυριακές, Δευτέρες ζαρωμένες

και Σπυριδούλες οι ψυχές διπλοσιδερωμένες.

 

Μοτοσακό μ΄εξάτμιση κομμένη η αυδή μου,

χλωρό τραγούδι ασήκωσε στο μέσο της ερήμου.

<<Αγάπη πρώτη κι αυγινή, τυραννισμένη αγάπη,

κατάντησα για σε σφαχτό στον πάγκο του χασάπη>>.

 

Τετάρτη 29 Μαΐου 2013


Ηθοποιός της Αγάπης

 

Φοράς κοθόρνους, μάσκες τραγικές,

ηθοποιέ χανσενικέ των υπογείων.

Πίνεις στου <<Χάρη>> τσίπουρα, ρακές

κι ακούς μας λέγεις λυγμικά πιάνα ωδείων.

 

Ζαχαρωμένους τάφους ενοικείς,

τα δάχτυλα βυζαίνοντας των πεθαμένων.

Αγάπης θύμα μάλλον επικής,

θ΄αποφοιτήσεις με μια σφαίρα μετ΄επαίνων.

 

 

Σαν θες να γεράσεις

 

 
 
 
 
 
 
 
 
Μου κόψανε τον βήχα οι Θεοί:

<<Ο βίος σου; Πρελούντιο του τάφου.

Το πόδι να΄χεις πρόχειρο ελάφου,

σαν θες χρόνο πολύ να σ΄ελεεί

 

της Μοίρας το πουγκί. Κρύψου καλά.

Γυναίκεια ντύσου. Γίνου Αχιλλέας.

Κάθε θνητός αθέλητα φορέας,

του μέγα Ύπνου, σπίτια που σφαλά.

 

Τρίτη 28 Μαΐου 2013


Ζήτημα Χρόνου
 


 
 
 
 
 


Η φελούκα θα σπάσει στα βράχια.

Του Χριστού, θα φορέσουν στεφάνι.

Ο κοριός θα δαγκάσει στο χάνι,

τον τραχύ οδοιπόρο. Βατράχια

 

θα κοάξουν τραγούδι προς τ΄άστρα,

με τη θλίψη καλά μουσκεμένη.

Πεταλούδα γυμνή μια Ελένη,

τα φτερά θε να κάψει στα κάστρα

 

της Τροίας.(Χλιμιντρίζοντας τ΄άτι,

για στερνή πια φορά τριποδίζει.

Φονική κάποια σφαίρα σφυρίζει,

πριν χυθεί το πανόσιο μάτι).

 

Το κορμί μου θα γείρει στον τάφο,

ένα δείλι του Μάη, στις έξη.

Πόσα χρόνια κανένας ν΄αντέξει,

τον τρελό της ζωής ταχογράφο;

 

Δευτέρα 27 Μαΐου 2013


Οι κιοτήδες
 

 
-Που πας Άγιο- Καμιόνι μες τη νύχτα;

-Στη μάνδρα της πικρής Καισαριανής.

-Το τέλος μου ποιο θα ναι χαρτορίχτρα;

-Δεν το κατέχει τζόγια μου κανείς.

 

-Πως το πες το χωριό παπά-Γρηγόρη;

-Μανιάκι. Τα ταμπούρια μας εκεί.

-Νταγιάντα… Γολγοθάς το ανηφόρι…

-Πάντα ωραίοι φεύγουν οι Γραικοί.

 

-Και συ Γιακόβ στο τρένο; Που τραβάμε;

-Νταχάου, κάποιους γροίκησα να λεν.

-Μαζί μου προσευχή βάλε και κάμε,

ταξίδι αυτό στερνό προς το μηδέν.

 

Ας πάει στο γέρο-Διάολο το τρένο.

Πλήθος καμιόνια τρέχουν στο χαμό.

Μανιάκι; Το χωριό μια στάλα ξένο.

Βγάλτε λοιπόν κιοτήδες τον σκασμό.

 

Παρασκευή 24 Μαΐου 2013


Στο καμαράκι

 

Τι χάλευες Ραββί στο καμαράκι,

ντυμένος το κοστούμι το λινό;

Σιμά η Ακταία μ΄άρωμα φθηνό,

θωρούσε τ΄ αλουστράριστο καπάκι

 

και τα λουλουδικά τα μαραμένα,

να σχηματίζουν γύρω σου χορό.

(Τρυπώνοντας το φως απ΄τα βιτρώ,

μια Παναγιά σκοτείνιαζε Παρθένα).

 

Τι χάλευες Ραββί στο καμαράκι

σαβανωμένος Άγνωστο Θεό;

Το χέρι σου αφύσικα φαιό,

φτερό κανοναρχούσε από κοράκι.

 

Περνούσαν τα τρικάταρτα. Οι ναύτες

στα ξάρτια βλαστημούσαν τον καιρό.

-Κράτα κουμάντο Γέρο σταθερό…

Fra poco, μας λεβάρουν νεκροθάφτες.

 

Πέμπτη 23 Μαΐου 2013


Τα χρόνια που ταξίδευα

                        Του Λευτέρη



Τα χρόνια που ταξίδευα προς τ΄άστρα,

στιλπνό λεπίδι, θρίαμβος παντού…

Ομίχλη στα ριζά του Ξαναντού

και χώμα μουχλιασμένο μες τη γλάστρα,

 

μποδίσανε ν΄ανθίσει το λουλούδι

το χορικό της πρώτης πυρκαγιάς.

Πως έζησα τον βίο σαν ραγιάς;

Πως χόρεψα του Γύφτου σαν αρκούδι;

 

Τα χρόνια που ταξίδευα προς τ΄άστρα,

η Κόρη χασμουριόταν στις φασκιές.

Ο κόσμος μου του Πλάτωνα σκιές

και μάτι φωτισμένο από πάστρα.

 

Πως γύρισε καπάκι ο αιώνας;

Τι να φταιξε; Ποια μοίρα τραγική,

σακάτεψε μια Χώρα Ηβική

και βαλτοτόπι πια ο Μαραθώνας;

 

Τετάρτη 22 Μαΐου 2013


ΟΙ ΜΑΡΜΑΡΑΔΕΣ


Οι Μαρμαράδες μπούχτισαν τη σκόνη

και φύγανε για πόλη μαγική.

Τι ν΄αγοράσουν πέντε Δαρεικοί,

τη σήμερον; Στου κόσμου το μπαλκόνι

 

και στα κακοστρωμένα καλντερίμια,

με την καρδιά γιομάτη τιμαλφή,

των Ευμενίδων βγάζω το καρφί

και μπήγω το σε κβάντα και ψοφίμια.

 

Μια παγερή σαν Διάβολος Σαλώμη,

γυμνή μέσα στα πέπλα της τα εφτά,

λαγόνια πάντα σείει τορνευτά,

στο Φιουμιτσίνο έξω από τη Ρώμη.

 

Οι Μαρμαράδες μπούχτισαν τη σκόνη.

(Μπαλτάς η Γέννηση τους). Κεφαλή

σε δίσκο περιφέρουν. Στο χαλί

το αίμα, όσο πάει και απλώνει.

 

Τρίτη 21 Μαΐου 2013


Σαλός Λαγός

 

Φεγγάρι δίχως άλω συλλαβίζει,

Ψαλμούς σ΄έναν Θεό που βαριακούει.

Την πόρτα μου αγέρας σφόδρα κρούει

και γω σαλός λαγός στο ρωγοβύζι,

 

των όχλων αψηφώντας τους κανόνες,

τη γλύκα της ταφής, τα ψαλιδάκια,

γαύρο υψώνω μάτι στα κοράκια,

τις Δαυϊκές που ξέφυγαν σφενδόνες.

 

Δευτέρα 20 Μαΐου 2013


Σε ποια εκδρομή;
 



Απρόβλεπτο του Άδη το λιμάνι.

(Πολλές φορές σε πνίγει στο λεπτό).

Το πτώμα σου σαν του Χριστού σεπτό,

το κοινωνούν ανάκατο βιδάνι,

 

κλητήρες με μανσέτες πια φθαρμένες,

απ΄του καιρού την φαύλη επιδρομή.

Πως έλειπες θαρρούσα σ΄εκδρομή

και συ Μακάρων γκρι φορούσες χλαίνες.

 

Κυριακή 19 Μαΐου 2013


ΕΝΑ ΑΚΟΜΑ ΕΠΙΤΥΜΒΙΟ



Ο άνδρας μου, με ξέθαψε μια νύχτα

για να με φέρει σπίτι. Συμφορά…

Πράσινη ήμουν τούτη τη φορά

και κλείνανε τα μάτια μου απ΄τη νύστα.

 

Σάββατο 18 Μαΐου 2013


Πέντε Επιτύμβια Επιγράμματα



 
Ο Έρωτας μου όπλισε το χέρι.

(Μια τρύπα στην καρδιά πάντα βοηθά).

Του Χάροντα με τσάκισε η γροθιά,

νυχτιά Σαρακοστής για κάποια Μαίρη.

 

Ο Θάνατος με βρήκε στο κρεβάτι,

τα δυο της γαργαλίζοντας βυζιά.

Μια χήρα γαυριασμένη από τη Τζια

η παστρικιά και γω απ΄τη Δεσκάτη.

 

Με βγάλανε νεκρό οι πυροσβέστες.

(Η Καίτη ξεψυχούσε στη πλαγιά).

Μια χάρτινη της τσέπης Παναγιά,

γύφτος την βρήκε Γιούλη με τις ζέστες.

 

Σαράβαλο με βρήκε το κακό,

ογδόντα και, μασέλα και μπαστούνι.

Ποτήρι, τσιγαράκι και μπαστούνι

δε μ΄έστειλαν, παρά μοτοσακό.

 

Χρονιά του Χοίρου τέσσερα παιδιά,

μου δρέψαν τη ζωή με σουγιαδάκια.

Μ΄ένα νταβλά πουλούσα φακουδάκια,

μπρελόκ, τσατσάρες, θήκες για κλειδιά.

 

Πέμπτη 16 Μαΐου 2013


ΕΠΙΤΥΜΒΙΟ



 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Οι θάλασσες με πνίξανε του Νότου,

αμούστακο παιδί εννιά χρονών.

Των μυστικών μου άθυρμα φωνών,

δεν πρόκαμα τις έγνοιες του Ασώτου.

 

Μπάρκο το πρώτο, μπάρκο και στερνό μου.

Η Μάνα νια τον Κύρη πριν χαρεί,

στου Χάρου ζαλωμένη το φαρί,

σιμά μια θέση βρήκε στο πλευρό μου.

 

Τρίτη 14 Μαΐου 2013


Ο Μέγας Ασφαλιστής
 



Τι βιάση ν΄ασφαλίσεις την ζωή σου;

Ο Θάνατος δυο βήματα μπροστά,

ήλιο μια στάλα φίλε, δεν χρωστά…

Να χαριστεί; Ποτές. Μήτε του Κροίσου.

 

Κρασί λοιπόν στις κύλικες και σήκω,

να ρίξεις Κοεμτζής γυροβολιά.

Την αχυρένια κάψε την φωλιά

και τάισε με τέφρες της τον Λύκο.

 

Δευτέρα 13 Μαΐου 2013


Χορεύοντας Πυρρίχιο

 

Χορεύοντας πυρρίχιο θα φύγω

για την πατρίδα κάτω τη μεγάλη.

Κρυφό με περιμένει ακρογιάλι

κι ένα κορίτσι πρόθυμο για τρύγο.

 

Παράπονα δεν έχω κι ούτε πρέπουν,

σε άνδρα που ευτύχησε του Δία,

το πρόσωπο να δει και την ευδία

των ουρανών που την Ελλάδα σκέπουν.

 

Χορεύοντας πυρρίχιο θ΄απλώσω,

τα χέρια στον αγέρα νιό γεράκι.

Στρωμνή μου καπνισμένο μπαϊράκι

σ΄ ένα ταφί μια στάλα. Ας ξαπλώσω…

 

 

 

 

Κυριακή 12 Μαΐου 2013


Ένα όνειρο
 

 

Φωνή του Καρυωτάκη: <<Εφετεία,

πρεζόνια στο Μουσείο, σάπιες γέννες,

παρθενικοί διάτρητοι υμένες,

εδώ στων νηπενθών την επαιτεία>>.

 

Σημαίνει μανιασμένα ξυπνητήρι,

που μέσα μου λαγούμι χρόνια σκάβει.

Γαυγίσματα… -Τρελλάθηκες Εκάβη;

Του πέμπτου, φονικό το παραθύρι…

 

Πέμπτη 9 Μαΐου 2013


Λ
 


Τους τάφους μας θε νάβρει στα χωράφια,

λίαν πρωί αγρότης με τρακτέρι.

Η τσάπα του δαμάζοντας τ΄αγέρι,

τα λυρικά θα σκιάξει τα ελάφια.

 

Αφρός πυκνός απάνω λησμοσύνης,

και γύρω μας στυγνή τυμβωρυχία.

Θ΄απλώνεται στον κάμπο ησυχία,

ανάκατη με εσάνς της βαλβολίνης.

 

Και ξαφνικά φωνή από τα δάση,

Θα μαρτυρήσει όνομα, πατρίδα.

(Το Λάμδα πια φθαρμένο στην ασπίδα).

Δεν πρόλαβε κανείς μας να γεράσει.

 

Τετάρτη 8 Μαΐου 2013


Ο Τειρεσίας
 



Οι φίλοι με φωνάζουν Τειρεσία,

τηρώντας μια παράδοση παλιά.

Στις πλάτες μου μανδύας τα μαλλιά,

προσφέρουν τακτικά υπηρεσία,

 

σαν η γυναίκα μέσα μου θεριεύει

και σέρνεται στης Θήβας τις βραγιές

γυρεύοντας φιλί. Πρωτομαγιές,

το χέρι μου νιο φίδι σαϊτεύει.

 

Εννιά της γυναικός και μια του άνδρα,

ξηγήθηκα της Ήρας. Συμφορά…

Με την Θεά αστείο δεν χωρά.

Γενιές επτά τυφλός κι έξω απ΄τη μάνδρα.

 

Στη μητρική αγκάλη κατσουφιάζεις

Οιδίποδα, βουλώνοντας τ΄αυτιά.

Σπαρτός που να βρεθεί; Μόνο γατιά

που σαν τ΄ακούς Γενάρη σκοτεινιάζεις.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Δευτέρα 6 Μαΐου 2013


 Ο Άλκης την Διακαινήσιμο
 



Υγρά δοξαστικά των Υπερβάσεων,

μια Κυριακή και σχόλη με ποτίζουν,

αρσενοκοίτες. Σφήκες παιανίζουν

σα χάλκινες σωλήνες παρελάσεων,

 

ύμνους παντού. Το πτώμα του τριήμερου

προσφέρεται σε γεύμα εργασίας…

Αλάτι στις θηλές της Ασπασίας,

τη γεύση αλλοιώνει του Εφήμερου.

 

 

 

 

 

 

Πέμπτη 2 Μαΐου 2013


Η Συγνώμη του Chrapek

 

Συγνώμη που κοιμήθηκα στον Κήπο.

Τι σου΄ναι φευ μισό Hipnosedon

Ολόφωτη εντός μου η Βαβυλών,

του νου μου επιβράδυνε τον χτύπο

 

και σφάλισαν τα μάτια μου ακαίρως,

την ώρα που ζητούσες συνδρομή.

Φαντάστηκα πως ήμουν σ΄εκδρομή,

γλυκιά η βραδιά τ΄Απρίλη, σχεδόν θέρος.

 

Συγνώμη που κοιμήθηκα στον Κήπο.

Μισή μποτίλια έφτασε κρασί...

Κομμάτι έχει πάρει το σασί

και τρέχ΄η αφεντιά μου μ΄έναν ίππο.

 

Το χώμα τι σκληρό; Πόσα ζουζούνια;

Ο Μάλχος να σφαδάζει: << Ωχ τ΄αυτί>>.

Τι νύχτα Θε μου ήτανε κι αυτή

κι οι άνθρωποι εδώ; Σχεδόν γουρούνια…

 

Λογαριασμό γυρεύεις; Πάσο πάω. Στείλ΄τον.

Του χρόνου, θε να κοιμηθώ Χριστέ στο Hilton.

Τετάρτη 1 Μαΐου 2013


Τρίτη Μεγάλη

 

Τρίτη Μεγάλη σπέρνουν συμφορά,

της Παναγιάς με κόσες μπας θερίσουν.

Ενδύματα που θα βρουν να μερίσουν,

που πήρε πια κεφάλι η φθορά;

 

Τα κόκαλα; Τους κάνουν μια χαρά.

(Κερκίς, πλευρές, ωλένη, μηριαίο).

Το τέλος μου προβλέπεται ωραίο,

στη πράσινη  μπανιέρα του Μαρά.