Πέμπτη 29 Νοεμβρίου 2018
Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2018
Ένα όνειρο
με τ΄άλλο πτυοσκάπανο κοντό.
Μια μουσική μολύνει τον αιθέρα,
κι αυτόν π΄ ονοματίζουνε Γκοντό.
«Είναι του θέρους όνειρο», ψαρεύεις.
«Αγαπημένη, ποιόν θαρρείς πως κοροϊδεύεις;»
«Αγαπημένη, ποιόν θαρρείς πως κοροϊδεύεις;»
Αλλοτινοί καιροί με σιχτιριάζουν,
και κάθε συμβουλή γράμμα νεκρό.
Βατράχια «ωσσανά» κι «αμήν» κοάζουν,
απάνου σαν βαδίζω στο νερό.
και κάθε συμβουλή γράμμα νεκρό.
Βατράχια «ωσσανά» κι «αμήν» κοάζουν,
απάνου σαν βαδίζω στο νερό.
Κι ένα μονάχα είναι που με σώζει.
Του θείου-Πόε ο Κόραξ «nevermore» που κρώζει.
Του θείου-Πόε ο Κόραξ «nevermore» που κρώζει.
Σιδερικά ξεφτίζουν στους αιώνες,
δίνοντας τόνο σ΄άτακτη φυγή.
Μέσα σε μπαρ γυμνόστηθες γοργόνες,
μια κολπική δωρούν μαρμαρυγή.
δίνοντας τόνο σ΄άτακτη φυγή.
Μέσα σε μπαρ γυμνόστηθες γοργόνες,
μια κολπική δωρούν μαρμαρυγή.
«Γύρνα πλευρό ο ρόγχος σε σκοτώνει»,
μου λες και με σκεπάζεις σάβανο σεντόνι.
μου λες και με σκεπάζεις σάβανο σεντόνι.
Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2018
Δευτέρα 26 Νοεμβρίου 2018
Τζιακομέτι
κι ένα φθηνό ποτήρι μποζωλέ,
βαστώ αντίς πινέλο μια στλεγγίδα,
για ν΄αμυνθώ του χάρου το βολέ.
Κι εγώ σα μια μωρά στέκω Παρθένος,
μες σ΄ατελιέ πατόκορφα θαμμένος.
μες σ΄ατελιέ πατόκορφα θαμμένος.
Νυχτώνει άλλη μια στις μητροπόλεις,
σκορπίζοντας τους γάτους στη σκεπή.
Οσμή κάπου ανδρίζεται φορμόλης,
και πλήττει θυμικά επιρρεπή.
σκορπίζοντας τους γάτους στη σκεπή.
Οσμή κάπου ανδρίζεται φορμόλης,
και πλήττει θυμικά επιρρεπή.
Στους υπονόμους σέρνομαι ποντίκι,
με πληρωμένα έρωτα και νοίκι.
με πληρωμένα έρωτα και νοίκι.
Τώρα πηλός το νου μου δεν ευφραίνει,
Τέτοιον Θεέ δεν γύρεψα λαχνό.
Να ζωγραφίσω πως μπορώ με βλέννη,
που είν΄το κιαροσκούρο τόσο αχνό;
Τέτοιον Θεέ δεν γύρεψα λαχνό.
Να ζωγραφίσω πως μπορώ με βλέννη,
που είν΄το κιαροσκούρο τόσο αχνό;
Ποιός θέλησε τον βίο που μ΄ενδύεις;
Αλμπέρτο Τζιακομέτι,
εν Παρισίοις.
Αλμπέρτο Τζιακομέτι,
εν Παρισίοις.
Σάββατο 24 Νοεμβρίου 2018
Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2018
Προς τον διενεργούντα
μην και σου βγουν τα μάτια,
που θε να βρεις στα στήθια μου,
καρδιά χίλια κομμάτια.
Μια ρούσα πήρε τα κλειδιά
ρημάζοντας τα φύλλα,
που ΄χε για με αξιά καθώς,
για τη Σαπφώ η Γογγύλα.
ρημάζοντας τα φύλλα,
που ΄χε για με αξιά καθώς,
για τη Σαπφώ η Γογγύλα.
Μα τι τα θες της γυναικός
ο νους μαλλί, παπούτσι.
Το ΄ξερε Πλάτων, Γαληνός,
Αμέριγκο Βεσπούτσι.
ο νους μαλλί, παπούτσι.
Το ΄ξερε Πλάτων, Γαληνός,
Αμέριγκο Βεσπούτσι.
Μάσε λοιπόν τα γυαλικά,
και βάλτα σε φακέλι,
κι απ΄όξω τέλος γράψε της:
«Μ΄αγάπη απ΄τον Βαγγέλη…»
και βάλτα σε φακέλι,
κι απ΄όξω τέλος γράψε της:
«Μ΄αγάπη απ΄τον Βαγγέλη…»
Τετάρτη 21 Νοεμβρίου 2018
Ο Στάθης και ο Αστυνόμος
ούζο πιωμένος και ρακί
και γλέποντας τον Αστυνόμο:
«Χώσε με μπάτσο φυλακή,
ό,τι μπιζέρισα τις μούρες,
τους λωποδύτες της ζωής,
μες στα χρυσά ιεροξούρες,
κάθε λογής διαφθορείς,
τους λωποδύτες της ζωής,
μες στα χρυσά ιεροξούρες,
κάθε λογής διαφθορείς,
πορνοβοσκούς, μπεοαγάδες
κι Αθανασίας πωλητές.
Σαν τους αρπάξω απ΄τις βελάδες,
δεν τους ξεπλένει ουδέ μπιντές».
κι Αθανασίας πωλητές.
Σαν τους αρπάξω απ΄τις βελάδες,
δεν τους ξεπλένει ουδέ μπιντές».
Κι ο Αστυνόμος μ΄αγωνία,
κι απ΄τη δικιά του πιο χακί:
«Η πιο μεγάλη τιμωρία,
είν΄του Νοός η φυλακή».
κι απ΄τη δικιά του πιο χακί:
«Η πιο μεγάλη τιμωρία,
είν΄του Νοός η φυλακή».
Δευτέρα 19 Νοεμβρίου 2018
Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2018
Πέμπτη 15 Νοεμβρίου 2018
Η Φάτνη
Η Φάτνη στήθηκε σαν πάντα,
σ΄οβάλ πλατέα κεντρική,
και μια κοπέλα στα σαράντα,
φευγάτη και αερική,
στο γέρο είπε σκουπιδιάρη:
«Μην είσαι συ ο Ιωσήφ;»
Κι αυτός: «Για κάνε μας τη χάρη…
Απόκοψον τ΄απεριτίφ».
Μα μες στο ύπνι του Σωτήρας,
«Μπαρμπούλη σου μιλώ εκ πείρας…
Πάπλωμα έχεις γι΄αγκαλιά».
Και στάθηκεν ο σκουπιδιάρης,
στη θέση εκιού του πλαστικού
Ιωσήφ-πατέρα κι ο Βαρδάρης
γέγονε γένους θηλυκού.
Και η κοπέλα η φευγάτη
περνώντας, λίαν εμπαθώς:
«Θε να σου πω με σέβας κάτι.
Κρίμα! Φαινόσουν γι΄αγαθός…»
Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2018
Ο Παύλος τραύλισε για πόρνες,
ερωτευμένες τον βοσκό,
πριν τον προγκήξουν «σκάσε» κόρνες,
στο δρόμο προς την Δαμασκό.
Κι εγώ που σάλπιζα στον Άδη
τραυματισμένα ντορεμί,
που με μυρτιές και γιασεμί,
όλος ο Θίασος θα παίξει,
την «Γκόλφω» για στερνή φορά,
μες στην παλιά στοά του Φέξη,
δυό βέρστι΄ απ΄την Ψαραγορά.
Ο Παύλος τραύλισε για πόρνες,
Πυθίες κόρες αλγεινές,
κι άξαφνα γείραν οι κολόνες,
μαζί με τ΄άστυ το κλεινές.
Τρίτη 13 Νοεμβρίου 2018
Ο Τρίτος Άνθρωπος
Ο γάμος έγινε μια Τρίτη
που ΄χε χιονίσει στις καρδιές,
και σαν ρωτήσαν τον Προφήτη:
θα ΄χει τρουπήσει ως τ΄Ασώτου,
μουσκεύοντας φελέκια δυό
μέχρι μεδούλι. Φτου! του Φώτου,
που θα τα κάμνει ρημαδιό».
Ο γάμος έγινε μια Τρίτη,
νύφη ωχρή, γαμπρός χλωμός,
και μον΄ο Φώτος τέμπλο, κλίτη,
φώτιζε λιάτορας λαμπρός.
Δευτέρα 12 Νοεμβρίου 2018
Παρασκευή 9 Νοεμβρίου 2018
Η Αναχώρηση
και τ΄άλογο π΄αγκάλιασε μια μέρα στο Τορίνο.
«Μητέρα, στην αγάπη σου να μένεις φειδωλή,
και μη ρωτήσεις που βοσκά το αγριμάκι εκείνο,
τι το ζαβό μεγάλωσε και σκάρωσε κουπιά,
και σκαφικό σα φέρετρο με μελανό πανάκι,
κι ας λέγαν οι δασκάλοι του να δείχνεται σουπιά,
σε μισθολόγιο να μπει, να ΄χει ζωή αυλάκι.
και σκαφικό σα φέρετρο με μελανό πανάκι,
κι ας λέγαν οι δασκάλοι του να δείχνεται σουπιά,
σε μισθολόγιο να μπει, να ΄χει ζωή αυλάκι.
Και για κακή του και ψυχρή, ως φίλο τον Αδάμ
λογάριασε, μηλόκρασο να βγάζουνε αντάμα.
Μα΄χε σπιούνο άγγελο βαλτόν στην μνήμη RAM,
ο Τριφυής και τήρησε τον Νόμο κατά γράμμα.
λογάριασε, μηλόκρασο να βγάζουνε αντάμα.
Μα΄χε σπιούνο άγγελο βαλτόν στην μνήμη RAM,
ο Τριφυής και τήρησε τον Νόμο κατά γράμμα.
Έτσι μητέρα σε φιλώ και λάμνω βιαστικά,
αδειάζοντας σου τη γωνιά, μονιά και παραγώνι».
Και το σκαφί ορτσάρισε και κύλησε γλυκά,
με τ΄άλογο να χλιμιντρά, τον Νίτσε να μουτρώνει.
αδειάζοντας σου τη γωνιά, μονιά και παραγώνι».
Και το σκαφί ορτσάρισε και κύλησε γλυκά,
με τ΄άλογο να χλιμιντρά, τον Νίτσε να μουτρώνει.
Κι εγώ που πρώτος ντύθηκα της ήττας το σκουτί,
από λαχτάρα της νυκτός την ώρα της κηδείας,
στα γειτονάκια φώνησα «Τι στέκεστε κουτοί,
και φληναφείτε στα τειχιά τ΄αδύναμα της Τροίας;»
από λαχτάρα της νυκτός την ώρα της κηδείας,
στα γειτονάκια φώνησα «Τι στέκεστε κουτοί,
και φληναφείτε στα τειχιά τ΄αδύναμα της Τροίας;»
Τρίτη 6 Νοεμβρίου 2018
H Γνωριμία με
την Παρθένο
«Είν΄ο δικός μου» λες και προχωρείς,
προς τη μεριά που στρίβει ο σαλτιμπάγκος…
Για να πεθάνεις πόσο πια νωρίς;
Μ΄ασπρόρουχα μπαλκόνια, με σημαίες,
για κάποια μάχη νάνων που θα ΄ρθεί.
Αυτός ο κόσμος γιόμισε ιδέες,
πλην όλες τους στο λάστιχο καρφί.
για κάποια μάχη νάνων που θα ΄ρθεί.
Αυτός ο κόσμος γιόμισε ιδέες,
πλην όλες τους στο λάστιχο καρφί.
Συνταξιούχοι μες στα καφενεία,
κι εργάτες βουτηγμένοι σ΄ ενοχή,
σπουδάζουν Τύπο, Έντιμη Πενία,
τον Μίνωα γελώντας ν΄αστοχεί.
κι εργάτες βουτηγμένοι σ΄ ενοχή,
σπουδάζουν Τύπο, Έντιμη Πενία,
τον Μίνωα γελώντας ν΄αστοχεί.
Μπρος στα σιλό θα κάμεις τον σταυρό σου,
σε Παναγιά που φόρεσε τα τζιν,
συ ποιητής επτάρφανος του κλότσου,
Παρθένος ΄κείνη πρόσφορη στο spleen.
σε Παναγιά που φόρεσε τα τζιν,
συ ποιητής επτάρφανος του κλότσου,
Παρθένος ΄κείνη πρόσφορη στο spleen.
Δευτέρα 5 Νοεμβρίου 2018
Μια Κυριακή
μια Κυριακή με κάρα χαμηλά,
μύστης, γρικώντας άρρυθμα τριζόνια,
ρούχα θε να στοιχίσω και ψιλά.
Δεν θα ΄χω συντροφιά, μηδέ αγάπη,
μόνο θαμπάδα γκρίζα στην καρδιά,
καρδιά που θα την σέρνει το δρολάπι,
προς των στιχομανών την λαγκαδιά.
μόνο θαμπάδα γκρίζα στην καρδιά,
καρδιά που θα την σέρνει το δρολάπι,
προς των στιχομανών την λαγκαδιά.
Στους καταπατημένους τους λειμώνες,
εσθλός προφήτης που ΄χει ξεχαστεί,
μ΄επτά θα μοιρασθώ μωρές πλαγγόνες,
το ρέζους του ΄Αη Γιάννη- Νηστευτή.
εσθλός προφήτης που ΄χει ξεχαστεί,
μ΄επτά θα μοιρασθώ μωρές πλαγγόνες,
το ρέζους του ΄Αη Γιάννη- Νηστευτή.
Και πιο ψηλά στα μαύρα κυπαρίσσια,
κοράκια θα κουκίζουν «nevermore»,
σαν Παναγιές του Θρήνου σε ξωκλήσσια.
παγώνοντας της Στύγας τον ιχώρ.
κοράκια θα κουκίζουν «nevermore»,
σαν Παναγιές του Θρήνου σε ξωκλήσσια.
παγώνοντας της Στύγας τον ιχώρ.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)