Παρασκευή 30 Μαΐου 2014


Πατήρ, Υιός και Πνεύμα

Μέσα στο τάφο κάγχασε ο Πατέρας:

« Το τσίπουρο αργεί. Που΄ναι ο μεζές μου;

Τις λέξεις πι και φι του καταδέσμου,

κατάλυμα εδώ να βρω και πέρας.

 

Αργούν και τα ραπίσματα των Ξένων.

Η φλύκταινα σκοπεύει στο κουτέλι,

με χίλια πέντε κι άλλα τόσα βέλη,

τις μνήμες Μου να τρώσει. Βάστα Lennon!

 

Ρωγμές ως πέρα, Γκουέρνικες, Ξαμίλια,

μια πρέζα σκονισμένος ουρανός

και του Φιοντόρ η πένα και η μπίλια.

 

Ποιον ωφελεί που στέκεις ορφανός;

Που φέγγος πια; Που κνήμη του Πανός;

Το Πνεύμα λάβε Γιέ μου σε παστίλια».

 

 

 

 

Τετάρτη 28 Μαΐου 2014


Η κάσα μου
 
Την κάσα μου την θέλω από μαόνι,

τους ώμους να πληγώνει των βαστάζων.

Σταχτής εγώ περί άλλα τυρβάζων,

με μύτη σαν εβραία ν΄αργολιώνει,

 

παρέλαση ωραία προς το χώμα.

(Κλειστό ερμητικά το Τρίτο Μάτι).

Για με της Αττικής τον ακροβάτη,

αντίδερο στερνό, Θε μου τι βρώμα;

 

Την κάσα μου την θέλω από μαόνι,

καπάκι με τη πρώτη να κουμπώνει.

 

Τρίτη 27 Μαΐου 2014


Ωδή στην υγρασία των Ουρανών
 
Των Ουρανών θα πιω την υγρασία

σε κάλυκα λερό. Τι χαμερπής…

Στη πίστη μου απίκο, συνεπής.

Όχι παντιέρες, όχι ανταρσία.

 

Μεγάφωνο εντός, ψέμα μεγάλο.

(Σιγά που θα λαλήσει ο Θεός).

Ο Θάνατος του Οίκου θυρεός.

Συγνώμη αν σας πανικοβάλλω.

 

Τόπο δεν έχει στέριο η Αλήθεια.

Ψωνίζεις την σαν φέρεις μπεζαχτά.

Το λέγω σιγανά και φωναχτά:

«Ο Κύριος της Δόξης; Κολοκύθια».

 

Των Ουρανών θα πιω την υγρασία.

Κομμένη, σε κανένα δεν χρωστώ.

Πιστεύω, μα κραδαίνοντας λοστό,

πιστεύω, μα καλή κι η ακροβασία.

 

Των Ουρανών θα πιω την υγρασία,

μια κι όξω στη σωστή θερμοκρασία.

 

Παρασκευή 23 Μαΐου 2014


Η Πρώτη Μου Ψυχή
 
Σε οίκους ανοχής την αναζήτησα

και σε τεφρές προσόψεις Υπουργείων,

την πρώτη μου ψυχή την Συβαρίτισσα,

τσαλαπατώντας σήματα Νηπίων.

 

Πως νταγιαντούσα δίχως υποστήριξη;

Που έκρυβα μπαστούνι, πατερίτσες;

Ο Διάβολος τελούσε την εγχείρηση

και σκόρπιζε με πίστωση τις γκλίτσες.

 

Λυγούσαν τα κλαριά από περίσκεψη.

Ο έρωτας στα πόδια σάπιο μήλο.

Κάποια στιγμή απρόβλεπτη επίσκεψη

και μπιτ παρά ξεπούλησα τον Φίλο.

 

Σε δάση σκοτεινά συμπεριφέρθηκα,

καθώς τυφλός κομίζοντας ερέβη

κι εδώθε στα στερνά μπεκιάρης βρέθηκα,

να καταλώ ανάλαδη τη χλεύη.

 

Πέμπτη 22 Μαΐου 2014


Το Μαντάτο

 
Ωραία τα χτυπήματα της Μοίρας.

(Ο Γκράχαμ Μπελ γαυγίζει μες στη νύχτα).

Του Άδη θα ΄ναι πάλε η χαρτορίχτρα

κι΄ η φορεσιά μελάνι ως το γήρας.

 

Πως γέρνω; Η βροχή στριγγά στη στέγη,

βιολί που λαθεμένο δίνει τόνο.

Εγώ η άλλος; Πάντοτε τον κλώνο,

κρασί θολό τον διώχνει. Εκεί. Δεν φεύγει.

 

Ωραία τα χτυπήματα της Μοίρας,

τη συνοδεία Κάλβειας μιας Λύρας.

 

Τετάρτη 21 Μαΐου 2014


Τα Μεσημέρια
 
Στη Πόλη κοχλαστά τα μεσημέρια.

Ανοίγω την ομπρέλα μου τη μαύρη,

δίχως μια στάλα δισταγμό. Οι Ταύροι,

σφαδάζουν περιμένοντας τ΄αστέρια

 

και τη δροσιά της έρημης αρένας.

(Δεν έχω πια τη θέληση να ζήσω).

Αργά, πολύ αργά να κάνω πίσω

και να μποδίσω τη ροή της βλέννας.

 

Στη Πόλη κοχλαστά τα μεσημέρια,

θερμός κι ο Νεκροθάφτης: «Τι χαμπέρια;»

 

 

Τρίτη 20 Μαΐου 2014


Ξάγρυπνος στην Ασίνη

Τις νύχτες σαν σκαλίζω τα κιτάπια,

μια σέρτικη ομίχλη όλο κόρνο,

(Υλαγιαλής στηθάρι για τον πόρνο),

φυγομαχεί στις κρύπτες με τα χάπια.

 

ΕΝΘΑΔΕ ΚΕΙΤΑΙ. Δέλτα, ταυ σβησμένα.

Η κάμαρη στο νότο. Πίνω βύνη…

Σαν με ρωτούν την πόλη μου: «Ασίνη»

τους απαντώ, «Ασίνη από γέννα».

 

Ο Πλάτωνας ορθρίζων, ο Σωκράτης

κι ανάμεσα εγώ της απουσίας

γόνος, ταξιδευτής Αχερουσίας,

τα γιατρικά βυζαίνω της απάτης.

 

Ελπίδα μοναχά στις εξαιρέσεις

και στις απλές χαρές του Κοινοβίου.

Εδώ, η μυρωδιά του ιατρείου

ανθεί και των αστών οι παραινέσεις.

 

Κατά τις τρείς το φάσμα του Πατέρα,

χαλεύει τη παλιά του ταμπακιέρα.

 

Παρασκευή 16 Μαΐου 2014


Η Λάχεση

 
Είδα στον ύπνο μου τη Λάχεση:

«Σου πέφτει τσίφτη μέγκλα ταξιδάκι.

Στ΄απύλωτο σου λίγο παραδάκι

και βουρ. Τι θες αντιπαράθεση».

 

Είδα στον ύπνο μου τη Λάχεση:

«Σύρε τα μπαλωμένα σου να βάλεις.

Γαμπρός σαν αριβάρει ο Μιχάλης

κι άσε στους γιούς σου την κατάθεση».

 

Είδα στον ύπνο μου τη Λάχεση.

Συντρόφια, φεύγω με μετάθεση.

 

 

Πέμπτη 15 Μαΐου 2014


Κρεμάστηκα
 
Κρεμάστηκα νωρίς στους λεπτοδείχτες.

(Αρρώστια η ζωή, όλο πιο κάτω).

Τα σκαπτικά πανέτοιμα. Το τράτο

δεμένο με κρατούσε και τις νύχτες.

 

Επίχρισμα για αφέψημα. Η κοίτη

σπαρμένη φληναφήματα ερώτων.

Πατρίδα μου; Η Πνύκα των ασώτων

κι ο λυγμικός αστέρας του Ελύτη.

 

Κρεμάστηκα νωρίς στους λεπτοδείχτες

σα λαγιαρνί για πόρνες και για πύκτες.

 

Τετάρτη 14 Μαΐου 2014


Ο Προφήτης

Δεν θέλει να λαλήσει ο Προφήτης.

(Αφήστε τον στη τύφλα του τη μαύρη).

Που πήγε μπρε η φωνούλα του η λαύρη,

το χάιδεμα το επίμονο της μύτης;

 

Δεν θέλει να λαλήσει ο Προφήτης.

Ποιος έχει φράγκα κόκα ν΄αγοράσει

τη σήμερον; Κοντεύει να γεράσει

και θύρες κουρταλεί ο ψωμοζήτης.

 

Δεν θέλει να λαλήσει ο Προφήτης.

Και που λαλεί ποιος πούστης τον γροικάει;

Βαρέθηκαν τα ουαί του και τα βάι.

Στις πιάτσες βρώμα βγήκε: «Σοδομίτης».

 

Δεν θέλει να λαλήσει ο Προφήτης.

Ρωτεύτηκε ο άλουστος αγρίως.

Καμπύλος πια ο λόγος του και λείος,

ήβην δοξολογεί της Αφροδίτης.

 

Δεν θέλει να λαλήσει ο Προφήτης.

Τον έχωσε μια γκιόσα στο βρακί της.

Τρίτη 13 Μαΐου 2014


Ξενύχτησα
 
Ξενύχτησα διαβάζοντας Ελύτη.

Η θάλασσα,  σα πόρνη ξεψυχούσε

στα φλεβωμένα χέρια του αλήτη.

Εκείνο που δεν τόλμησα τολμούσε.

 

Ξενύχτησα καπνίζοντας. Τ΄αστέρια

γοργά θε να ξεφτούσαν μαργωμένα.

Πάνω στης προκυμαίας τα μαδέρια,

σωρός δικά σου λόγια πεθαμένα.

 

Ξενύχτησα διαβάζοντας Ελύτη,

με μόνο λαμπατέρ  την Αφροδίτη.

 

Δευτέρα 12 Μαΐου 2014


Προς τη Καρδιά
 
Απρόσιτο το κέντρο της Καρδιάς.

(Βαρδιάνοι και Δυνάμεις Ασφαλείας).

Με άλογο φτιαγμένο σαν της Τροίας,

θα παρεισφρήσω Λίβας και Θρακιάς.

 

Δεν θέλω να τελειώσω εναγής.

Η ψύχρα μες στη φλέβα δε μου πάει.

Όλο ακίδα ο Κόσμος και πονάει.

Κάλλιο κι εγώ στο μάτι της σφαγής.

 

Απρόσιτο το κέντρο της Καρδιάς.

Να ζω πως το  βαστάω Άϊ-Λιας;

 

Σάββατο 10 Μαΐου 2014


Ο Πεσσόα στις Πόλεις

 
Μεγάλωνα στις άγονες εκτάσεις,

μιας πόλης που διψούσε για οδύνη.

Πετράλωνα με ξύλινο για Ειρήνη,

σκουπιδαριό και ράγες να γεράσεις.

 
Οι Φύλακες κρατούσαν σημειώσεις,

σφυρίζοντας θλιμμένα τραγουδάκια.

Σειρές πέντε στο διάβα μου χαντάκια,

παρθένο με κρατούσαν απ΄ανώσεις.

 
Μεγάλωνα δειλά δίχως Πατέρα.

(Πατέρας μου τα ντοκ του Κεραμέως).

Κανένας δεν μου δίδαξε το χρέος,

με νύχια μου γαντζώθηκα στη ξέρα.

 
Διαβαίνανε τα χρόνια μες στο πάγο

και γω σε πείσμα κει ν΄απλώνω δίχτυα.

Φανφάρες τώρα, κόκκινα σιρίτια,

μα τόσους στίχους δρόμο απ΄τον Τάγο.

 

Παρασκευή 9 Μαΐου 2014


Πριν κοιμηθώ

Πριν κοιμηθώ, τη μάσκα του Αγαμέμνονα

φορώ και τη πιζάμα με τις ρίγες.

Τρείς το πρωί αντάμα με τον Δαίμονα,

κρασί στυφό και γύρω σμάρι μύγες.

 

Ένα καιρό το λάθος είχε άνυσμα,

μισθό και βιβλιάριο ενσήμων.

Τώρα που την αγάπη δίνω χάρισμα,

με ξόρισαν στο δέλτα των ερήμων.

 

Πριν κοιμηθώ ξυράφι στο προσκέφαλο

και στα πλευρά το θάλπος του Λογγίνου.

Ψυχή μου παραγεμισμένη γνέφαλο,

το μπαίγνιο κατάντησες Εκείνου.

 

Που να σταθώ; Τα κίβδηλα με ρίξανε

σε βαλτονέρι. Γράφω μανιασμένα...

Τα οστά των νικημένων όλα τρίξανε,

μέσα στις κρύπτες όμορφα βρασμένα.

 

Πέμπτη 8 Μαΐου 2014


Εδώ Ασίνη

 Τα πρωινά μυρίζουν ναφθαλίνη.

(Ωχρά κι ανοικονόμητα τοπία).

Για να σταθεί φωτός ισορροπία,

ανάγκη για φακό κι ασετιλίνη.

 

Και πάντα μια χυδαία λιτανεία,

ζαλώνεται η μπάντα των Πληβείων.

Γαυγίζει στα τυφλά ο μέλας Κύων,

υμνώντας των δεσμών τη τυραννία.

 

Τα πρωινά μυρίζουν ναφθαλίνη.

Ο Ύμνος, Προσευχή, «Εδώ Ασίνη».

 

Τετάρτη 7 Μαΐου 2014


Η Λιτανεία των Φίλων

 
Οι Φίλοι σε ζυγιές τα κουτσοπίνουν,

σβάρνα κατόπιν παίρνουν τα πορνεία.

Αδάμαστοι και δίχως αγωνία,

τον Άγνωστο Θεό στις κλίνες ντύνουν,

 

με μιας παλιάς πουτάνας τα σεντόνια.

(Στον Οίκο η κυρά φασόλια βράζει).

Θα φτάσουν ξημερώματα μ΄αγιάζι,

μουντζώνοντας των κήπων τα τριζόνια.

 

-Τα νιάτα μου μαζί σου πήγαν στράφι!

-Άκου να δεις, το σύνολο δυο τάφοι!

-Τι πράματα μου ψέλνεις μεθυσμένα;

-Τραγούδια απ΄τα κόκαλα βγαλμένα!

 

Τρίτη 6 Μαΐου 2014


Όνειρο της Κυριακής
 
Πυρές στην Αττική, ρωγμές πανώλης,

τρείς μοίρες κουρδισμένου δειλινού

απέριττου, σαν τάσι Σειληνού.

Εγώ ο άρχων τούτης της ατόλης!

 

Να χαλαστώ δεν στέργω μεσημέρι.

(Στα όνειρα εκπνέεις πιο καλά).

Με βλάμισσες χλωμές κι εϊβαλά,

έβαλα τον Παράδεισο στο χέρι.

 

Η Περσεφόνη: -Θάρρεψε και χάσε!

-Πλαγγόνα μου σπολάτη… Φωτεινός

χιμούσα  Παντογνώστης! -Ορθρινός

κι ωραίος στις μονιές ως Έλλην να΄σαι!

 

Ο Κάμπτης τροχαλίες ετοιμάζει.

Τα πεύκα φορτισμένα. Γκρι φορώ

πριν σύρω των Μοιραίων το χορό.

Γύρω μουστιά ο θάνατος να βράζει.

 

Δευτέρα 5 Μαΐου 2014


Λαμπρός για μια στιγμή

 Ο έρωτας λαμπρός για μια στιγμή.
Φαρμάκι κόμπρας, γέρνει και πεθαίνει.
Μες στο ερμάρι γράμματα, το χτένι,
αναίτιοι μην μένουν οι λυγμοί.

Εδώ στο Νότο θάλλουνε βροχές.
Καράβια πάνε πέρα. Δεν σε παίρνουν.
Ανάμνησες πικρές σα γάτες γδέρνουν.
Ενέσιμα σε στέλνουν  σε τροχιές.

Την φώναζες στα όνειρα Καλή.
(Στο ξύπνιο; Βεατρίκη τ΄όνομα της).
Τις νύχτες σου μολόγαγε ο μπάτης:
«Αυτή του φεγγαριού η πιο σαλή».

Ο έρωτας λαμπρός για μια στιγμή,
παγώνι που φτερά αίφνης ανοίγει.
Σε λίγα χρόνια Δάντη, θα ΄χεις φύγει.
Σηκώνουνε θεμέλια οι τριγμοί.