Πρωτεύουσα
της Οδύνης
Κρατάς
τον λύχνο του Ελυάρ,
στ΄αφιονισμένα χέρια
και παίρνεις σβάρνα γειτονιές.
Στο στόμα σου χαμπέρια,
απ΄ένα χάρο σκακιστή.
(Μα ποιος να σε πιστέψει;)
Ο ήλιος φέγγει ολόχαρος
και μόνη έγνοια η πέψη.
στ΄αφιονισμένα χέρια
και παίρνεις σβάρνα γειτονιές.
Στο στόμα σου χαμπέρια,
απ΄ένα χάρο σκακιστή.
(Μα ποιος να σε πιστέψει;)
Ο ήλιος φέγγει ολόχαρος
και μόνη έγνοια η πέψη.