Γενάρης
Γενάρης τι με μέλλει,
παλτό στο χέρι μου,
κι όξω από το πορτί σου,
σε χρίζω ταίρι μου.
Μα συ ποτέ δεν βγαίνεις,
ποτέ δεν νοιάζεσαι,
για τζάκια σε ΄τοιμάζουν,
γι΄ αυτά ξιπάζεσαι.
Τα χέρια μου παγώσαν,
ψυχή μου μάργωσε,
στην τόση απονιά σου.
Αγρίμι δάγκωσε,
μα γύρνα μου ένα βλέμμα,
να ιδείς τα αίματα,
και ζήσε σα γυρεύεις
μέσα στα ψέματα.