Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου 2019


Στάση Σκρα


Το  ναυτικό σου φόρεσες σκουφί και για πατρίδα
σιμά  στες στόφες  πάντοτε  ως πόρνη μαλθακή,
κίνησες έχοντας του νού λάσκα πολύ τη  βίδα,
από κρασί Λημνιώτικο και Ομαλού ρακή.

Ο Ποσειδώνας μια σταλιά με γένια του να στάζουν,
τ΄απόνερα των καραβιών που έσπρωχνες μικρός,
μέσα σε ρέματα μαβιά: «Τα σύμπαντα κοάζουν,
και της σαγήνης ο μισθός απρόσμενα πικρός».

Και πάλι μοιρολόγησε: «Το φίδι δεν στεριώνει
και μες στο αίμα πορπατά σα βρίσκει αφορμές,
αγκομαχόντας στα λευκά. Ο νους τον νου λυτρώνει,
παγαίνοντας τον  στ΄Άγραφα  με πούλμαν εκδρομές.

Τα λόγια του μποφώρ οκτώ σου ξέσκισαν τη χλαίνη,
και σ΄αποθέσανε γυμνό στα ντοκ της Καλυψούς,
εκεί που ο δεσμοφύλακας τον κάθε άντρα δένει,
με τις κλωστές που ορίστηκαν από Θεούς λειψούς.

«Πόσα τα κήτη των λυγμών, των στεναγμών τα σάλτα;
Πόσες εσπέρες κρύβονται στης μνήμης τα προικιά,
σαν με προσμένουνε γκρεμνοί και κολασμένα βάλτα,
και μια γυναίκα σ΄αργαλιό που γνέθει νηστικιά;»

Κι έτσι θολούς  τους ουρανούς  τηράζοντας με γεύση
του χασισιού στο στόμα σου  συμπλήρωσες αισχρά:
«Μήτε πατρίδα, μήτ΄ελιά μήτε θηλή θ΄αντέξει
τον γυρισμό μου …» Κι ήσουνα στο μπούσι, στάση Σκρα.




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου