Πέμπτη 20 Ιουνίου 2019


Το Αρνάκι
Αρνάκι ο Χάροντας με σπρώχνει στα χορτάρια,
ήλιο ταγίζει με, αγέρι σβουριχτό,
για να με χώσει σαν φανούνε τα Λιοντάρια,
στο σκότος μέσα άρον- άρον  το πηχτό,

του παλιοστάβλου που Χριστός μας εγεννήθη.
(Μα που πια μάγοι, που βοσκοί, που  ωσαννά;)
Με τον καιρό εξευτελίσθησαν τα ήθη,
και ξύδι γέγονε ο οίνος της Κανά.

Αρνάκι ο Χάροντας με βάζει στο μαχαίρι,
και θα χορτάσει πλήθος Άσωτους Υιούς,
με σκώτη, σπλήνα, γυρισμένο το αντέρι,
γλώττα τε μάγουλα κι ευώνυμο μου ούς.

Και σαν τελέψει ο Νεκρόδειπνος θα ειπούνε,
σαν χορωδία από Τρίκαλα μεριά:
«Αυτός ρε Χάροντα, (θνητοί πως καταντούνε;),
λες του Καβάφη καταπίνεις τα Κεριά.»




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου