Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου 2013


Σύντομο Βιογραφικό

 
Ένας σιμούν ανηλεής σηκώθηκε η ζήση

κι ας την γλυκαίνουν κάποτε αντικατοπτρισμοί

συγκερασμένων ηδονών. Μπιζέρισα τη Κτίση

και τη χαρά τη χάρτινη που δίνουν οι χρησμοί.

 

Τις χίμαιρες ξεπούλησα σε ύποπτα παζάρια,

σαν οι χρονιές οι δίσεχτες χτυπούσαν στο ψαχνό.

Λογίστηκα, ζυγίστηκα με γερανών κουφάρια

και με των ολιγόχρονων το λόγο το βραχνό.

 

Δεν είχα σθένος μια σταλιά τη πλάτη να γυρίσω,

σε όλα εκείνα τα δεινά, στις πράξεις τις φτηνές.

Μύρια πιασμένος άγκιστρα, με τι ψυχή να λύσω,

τα γόνατα να πορευτούν εκτάσεις ορεινές;

 

Και να που ξάφνου βρέθηκα γυμνός στα  μπηλοζήρια,

κραδαίνοντας αδέξια  μολύβι και σπαθί.

Οι κήνσορες το γράψανε με χίλια τεμπεσίρια,

πως κάθ΄ελπίδα έσβησε, το παν έχει χαθεί.

 

Στη λασπουριά των αφανών και την ιλύ των λίγων,

που βάπτισαν παράδεισο το θέατρο σκιών,

δοκίμασα ανόρεχτα το μάνα των προσφύγων,

πριν γαντζωθεί απάνω μου η λάμια της Λυών.

 

Ξημέρωσε…Τι καρτερώ; Με τη ψυχή στο στόμα,

φορώντας κούκο ναυτικό με τόλμη περισσή,

θα στρέψω το πηδάλιο προς το μεγάλο Κώμα,

και των Μακάρων το λαμπρό σαν θέατρο νησί.

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου