Το παλτό
Χριστούγεννα θα ΄ρθείς μ΄ένα παλτό
κατάμαυρο που φόραε ο πατέρας
αρθρώνοντας: «Το σύστημα φθαρτό
και ψέμα των χρηστών αρνών το γέρας».
Και τρώγοντας με βιάση το ψωμί,
στη πρώτη κατασκότεινη ταβέρνα
θ΄αποτολμήσεις: «Μάγισσα χλωμή,
σαγίτεψε καρδιά και νου και φτέρνα.
Ο χρόνος ποιόν μπορεί να λυπηθεί;
Κανέναν, περισσότερο εμένα,
τον άνθρωπο παλτό που ΄χει ντυθεί,
ελπίζοντας σε δεύτερη μιά γέννα».
Χριστούγεννα θα ΄ρθείς μ΄ένα παλτό.
Εσύ αλήθεια; Μήπως ο πατέρας;
Στο χέρι διαβατήριο πλαστό,
τα φύλλα του θα παίζει ο αγέρας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου