Το Βύθισμα
Δεν μπόρεσα τον ήλιο να βαστάξω
στα χέρια μου τα μιά ζωή ψυχρά,
κι αγχώδης κατεβάζοντας το γείσο,
λογάκια τέτοια έφτυσα πικρά:
«Τον θάνατο τον θέλω μες στα φώτα,
να βλέπω το δρεπάνι του Κριτή,
τους χάρτες να θωρώ, να βάζω ρότα
που σώο θα με βγάλει σε ειρκτή.
Θανή αξίζει μόνο μες στο φάος
του θέρους, τι κρατάει μιά στιγμή.
Μπροστά μου, να ξανοίγεται το χάος,
κι από παντού ν΄ακούγονται τριγμοί.
Έτσι το θέλω εγώ κι έτσι θα γίνει…
Αλλοίμονο, μιλώ σαν το Θεό,
που έρεβος ευδόκησε να δίνει
και τέλειωμα στους ούτιδες φαιό».
Δεν μπόρεσα τον ήλιο να κρατήσω,
σκοτείνιασε η Πλάση και σκληρά,
μου δόθηκε η διάτα να βυθίσω,
το δέμας μου στην σκότεινη πυρά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου