Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2012


                  Ποινή

 

Σε ποινή ο Χάροντας μ΄έριξε θανάτου.

-Τα σκυλιά γαυγίζανε ίσκιους πατρικούς-.

Στάχτες χιόνιζε συχνά καιομένης βάτου

που ταχιά σαβάνωσαν άθλους Μηδικούς.

 

Κι είχε η γκρίζα συννεφιά χέρια λερωμένα,

χάιδευε κι μόλευε ότι ζωντανό.

Κατοικούσα μυστικά, χρόνια ερειπωμένα,

μέρα-νύχτα σείοντας το σβηστό φανό.

 

Πέρα από την άνοιξη ο βαρύς χειμώνας,

πέρα από τα θάματα πίκρα στωική.

Τη καρδιά μονόφθαλμος γκάστρωνε τυφώνας,

με μια βεβαιότητα παλιρροϊκή.

 

Άδικα με τράβηξε στο βυθό μια δίνη,

τάφο εγκαταλείποντας, δάκρυ αλμυρό.

Τη Φροσύνη γνώρισα λέσι μες΄τη λίμνη

Απ΄ το σημαδάκι εκεί, στο δεξί μηρό.

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου