Δευτέρα 8 Οκτωβρίου 2012


              Ο καθηγητής Λ. στο  Ταΰγετο

 

Κίβδηλες μέρες, οκνηρές, στέκονται εμπρός μου σε σειρές,

κι άγρια σκούζοντας ζητούν μαζί μου να τις πάρω,

σ΄ένα ταξίδι αλαργινό για άγονο τόπο κι ορεινό,

όπου της ζήσης μου θα πιω το ύστατο τσιγάρο.

 

Σκήπτρο στο χέρι μου κρατώ, μ΄αυτές και εγώ αργά πατώ

από κλεισούρες και γκρεμνά όλο και παραπάνω.

Ανεμοζάλη, φως, βροχή και μια παλιά μου ενοχή,

με σπρώχνουν ίσια στη κορφή που μέλει να πεθάνω.

 

Βράχος καλύπτει τη σπηλιά, περνώ στη μέση μου θηλιά

και κατεβαίνω στα ψυχρά, τα δώματα του Άδη.

Το πιο πικρό πίνω κρασί και στου θανάτου το δασύ

το στήθος, -κλίνη πορνική-, γέρνω σκαρί ρημάδι.

 

Χρόνια θα μένω αφανής, τέκνο μιας μοίρας ορφανής,

κόκαλα μόνο και σκιά μ΄ένα βιβλίο στο χέρι.

Ατίθασα μαύρα πουλιά απαρατώντας τη φωλιά,

θα μου κρατούνε συντροφιά, πρωί και μεσημέρι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου