Τα πικρά τα μαγαζιά
Σαν περνάω απ΄τη πλατεία
και χτυπούν μεσάνυχτα,
περιμένουν πελατεία,
φέγγουνε ορθάνοιχτα
μαγαζιά μ΄έναν υπάλληλο
λαλίστατο
που φροντίζει για το χάλι
σου το ύστατο.
Με κουστούμι ξηλωμένο,
αντερί δερμάτινο,
έρμο σπίτι, παγωμένο
μεσ΄τις μπόρες χάρτινο,
στέκομαι στη τζαμαρία να
με βλέπουνε.
-Έλα μέσα μη φοβάσαι… Και
μου γνέφουνε.
Όταν φεύγω απ΄τη ταβέρνα
δω να πέσω μόνος μου,
την Αχίλλειο μου πτέρνα,
καμακώνει ο πόνος μου.
Κι όλα αντάμα στη πλατεία
ανασαίνουνε
τα πικρά τα μαγαζιά και
περιμένουνε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου