Τέλεια
καταιγίδα
Φουρτούνιασαν τα πέλαγα
της ζήσης,
να καταπιούν γυρεύουν ότι βρουν.
Βαμμένα από τα κόκκινα
μιας δύσης,
σαρκία μετατρέπονται εις
χουν.
Κάθε ψυχούλα που
βαριανασαίνει,
τον διώκτη ν΄αποφύγει το
σκληρό,
τα βάσανα του Τάνταλου
παθαίνει
και τέλος βρίσκει πάντα οδυνηρό.
Μα εγώ, του χάρου προκαλώ
την πτέρνα
κι άτρομος επιστρέφω τη
γωνιά,
<<το πιο πικρό
ποτήρι>>, λέγω κέρνα.
Υψούμενος στη βαρυχειμωνιά
με μια τριχιά δεμένη στο
λαιμό μου,
το κέντρο του θανάτου αψηφώ.
Τις μνήμες μου φορτώνοντας
επ΄όμου,
κινώ για τ΄ακρογιάλι το
κρυφό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου