Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2012


    Προθάλαμος οδοντιατρείου

 

Με δεκανίκια προσπαθώ να ζήσω,

κρασί καπνό και λιγοστά βιβλία.

Είναι οι μέρες μου βότσαλα λεία,  

γρίφους λερωμένα που δεν θα λύσω.

 

Πάει καιρός που κρύφτηκα απ΄τον ήλιο,

ότι το φωτερό πια με τρομάζει.

Η θάλασσα τη πίκρα της ρεκάζει

κι η φύση με καλεί σ΄έναν εμφύλιο.

 

Αργά μέσα στο θέατρο σκοτεινιάζει.

Απ΄τις χωματερές γυρίζουν γλάροι

βαριά πετώντας στ΄ουρανού τ΄αμπάρι.

Ο φωνογράφος συνεχώς γκρινιάζει.

 

Το κασελάκι θάβω της Πανδώρας

κι ανάβω ένα στη μνήμη της τσιγάρο.

Έχω το χάρο δείξει για κουμπάρο

και προσδοκώ τα σύγνεφα της μπόρας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου