Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2012


                Περιπλάνηση

 

Το καραντί το στεριανό με ζάλισε και πάω,

μποτζάροντας και βρίζοντας δαιμόνους και θεό.

Μακριά τη κόμη άφησα, θυμίζω Αχαιό.

Αντίς για δόρυ, ασύρματο τηλέφωνο κρατάω.

 

Σκάλες μαρμάρινες λευκές που βγάζουν σε γραφεία

με τύπους γλυκανάλατους, ντυμένους με παπιγιόν,

έτοιμοι λες και φεύγουνε να παν σε ρεβεγιόν

η στου πατέρα τους γραμμή τη βαρετή κηδεία.

 

Ήλιος βαρύς σα παλαιστής του σούμο με στραβώνει.

Πίνω στο μπαρ ένα καφέ και τρώω ένα τοστ.

Θυμίζουν όλα γύρω μου σκαρίφημα του Μπόστ

που κάποιο χέρι ανάπηρο με κόπο μουτζουρώνει.

 

Κι είναι μια σάπια διαδρομή αυτή που περπατάω.

Μπετόν, γυαλί και σιδεριές. Ορίζοντας μηδέν.

Στο κοιμητήρι στέκομαι, κάτι γυναίκες κλαίν.

Τσιγάρο ανάβω και τους λέω<< Κορίτσια δεν μασάω>>.

 

Χάρτινο νόμισμα κρατώ να δώσω στο βαρκάρη

και θα πετάξω κόκαλο στο Κέρβερο γερό.

Τρικάταρτο με το μαγιό θα πέσω στο νερό,

να βαπτιστώ και να δεχτώ του διάβολου τη χάρη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου