Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2012


        Σπασμένη πλώρη

 

Σταύρωσα τα χέρια στη βροχή,

κι είπα: <<Ότι βρέξει ας κατεβάσει>>.

Άλλο πράγμα εμένα είχε γεράσει.

<<Της σπασμένης πλώρης η ενοχή>>.

 

Θάλασσες βουνά, σκυφτός καιρός,

μου κοβαν τα ύπατα, το γόνυ

<<Δεν θα ζήσεις για να δεις εγγόνι>>,

μούγκριζ΄ ο αιώνας ζοφερός.

 

Δείχνανε τα όργανα σωστά.

Μηχανές στο φουλ, στέριο τιμόνι.

Όρθωνα κορμί στο υγρό τ΄αλώνι,

κλέβοντας του χάρου ποσοστά.

 

Πάνω στην αντάρα τη πολλή

μήτε ξέρα είδα, μήτε βράχο.

Άρχισα κρυφό σαράκι να χω.

Γδύθηκα για πάντα τη στολή.

 

Τη σπασμένη πλώρη με χαρτιά,

ποιήματα γραμμένα θε να κτίσω.

Στη πατρίδα να ξαναγυρίσω,

δίχως τη παλιά μου αρματωσιά.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου