Ανεπίδοτη Επιστολή
Κακό
κι ολέθριο χωριό τα λίγα σπίτια.
Βάλε
και θάνατο να παίζουν οι ζουρνάδες.
Με
κόπους μύριους σέρνω φίλε τρείς αράδες,
τι
λερωμένα έχω ο δόλιος τα σιρίτια.
Μαύρο
καράβι κάθε νύχτα με προσμένει.
Την
ανεμόσκαλα κρατώ με τρύπια χέρια.
Στης
Ελευσίνας το βωμό κάποια ιέρεια,
μου
είχε πει: << Θνητέ, το βύσσινο να μένει>>.
Σαθρό
το σπίτι όλο ρωγμές. Πέφτουν σοβάδες.
Τις
Κυριακές αυτομολούν οι καρδερίνες,
μες΄του
κλουβιού τους παρασύρονται τις δίνες
και
σιωπηλές μένουν για ολάκερες βδομάδες.
Κάθε
νεκρός ψάχνει πνεμόνι να ανασάνει.
Του
χει στερήσει ο Άδης πόρτα και στασίδι.
Όλη
η Κανά πουλάει με δόσεις τόνους ξύδι,
μολεύοντας
το με νερό του Ιορδάνη.
Άλλο
να γράψω δεν μπορώ. Πένα αφήνω
και
σε σκυλάδικα τις μέρες μου κηδεύω.
Όσο
ακόμα είναι καιρός θα κοροϊδεύω,
ότι
ταχιά τα γέλια θα μου βγουν σε θρήνο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου